{ ΤΡΕΙΣ ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ ΓΙΑ ΙΑΤΡΟΥΣ :
1) ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΙΑ ΔΩΡΕΑΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΟΛΛΕΓΙΟΥ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΑΣ: "CONTINUING CARDIOLOGY EDUCATION" -Κάνετε κλίκ !
2) ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ (ΕΚΕ) : Μεταξύ άλλων, παρέχει πρόσβαση στο περιοδικό ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, σε WEBTV με διαλέξεις από συνέδρια της ΕΚΕ και σε ενημερωτικά δελτία της ΕΚΕ-Κάνετε κλίκ !.
3) ΚΑΝΑΛΙ ΜΕ ΒΙΝΤΕΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΑΣ- Κάνετε κλίκ !}
Πνευμονική υπέρταση (ΠΥ) -Pulmonary hypertension (PH)
και πνευμονική αρτηριακή υπέρταση -pulmonary arterial hypertension (PAH)
Πνευμονική υπέρταση λέγεται η παθολογική αύξηση της πίεσης στην πνευμονική αρτηρία. Ορίζεται ως μέση πίεση στην πνευμονική αρτηρία ≥ 25 mmHg σε ηρεμία, διαπιστωθείσα σε δεξιό καρδιακό καθετηριασμό. Το συχνότερο σύμπτωμα είναι η δύσπνοια προσπαθείας, η οποία με την πάροδο του χρόνου τείνει να επιδεινώνεται, εμφανιζόμενη σε μικρότερη σωματική προσπάθεια. Μπορούν να παρουσιασθούν και ενοχλήσεις τύπου στηθάγχης ή συγκοπτικές κρίσεις, αλλά είναι λιγότερο συχνές εκδηλώσεις από τη δύσπνοια (η κλινική εικόνα αναλύεται παρακάτω).Ο όρος πνευμονική φλεβική υπέρταση (pulmonary venous hypertension) περιλαμβάνει εκείνες τις περιπτώσεις πνευμονικής υπέρτασης, στις οποίες η πίεση ενσφήνωσης είναι αυξημένη. Τότε η αιτία για την αύξηση της πίεσης στην πνευμονική κυκλοφορία είναι η αύξηση της πίεσης στο πνευμονικό φλεβικό δίκτυο.
Αιτίες Πνευμονικής Υπέρτασης:
Πνευμονική αρτηριακή υπέρταση (ΠΑΥ, ή PAH= Pulmonary arterial hypertension - ανήκει στην ομάδα 1 κατά WHO)
Περιλαμβάνει το 4% των περιπτώσεων ΠΥ. Πρόκειται για ΠΥ που οφείλεται σε ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις των πνευμονικών αρτηριδίων, που αυξάνουν την αντίσταση στην πνευμονική κυκλοφορία. Συνέπεια αυτού είναι η αυξημένη πίεση στην πνευμονική αρτηρία. Συχνότητα (επιπολασμός) : περίπου 15 άτομα ανά εκατομμύριο πληθυσμού.Πρόκειται για πάθηση με σοβαρή πρόγνωση ( μέσος χρόνος επιβίωσης από τη διάγνωση της νόσου 3 έτη και ποσοστό πενταετούς επιβίωσης περίπου 35%). Σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει αύξηση της πίεσης στην πνευμονική αρτηρία λόγω αυξημένων αντιστάσεων στο επίπεδο των πνευμονικών αρτηριδίων, χωρίς να υπάρχει αυξημένη πίεση στις πνευμονικές φλέβες.
Η πνευμονική αρτηριακή υπέρταση (ΠΑΥ) χαρακτηρίζεται διαγνωστικά από τα εξής: Η μέση πίεση στην πνευμονική αρτηρία είναι ≥ 25mmHg, ενώ η πίεση ενφήνωσης <15 mmHg (προτριχοειδική πνευμονική υπέρταση) και οι πνευμονικές αγγειακές αντιστάσεις είναι αυξημένες (> 3 μονάδες Wood), χωρίς να διαπιστώνονται άλλα αίτια προ-τριχοειδικής ΠΥ όπως η πνευμονική νόσος, η χρόνια θρομβοεμβολική πνευμονική νόσος ή άλλες σπάνιες ασθένειες όπως η πνευμονική τριχοειδική αιμαγγειωμάτωση.
Οι παθολογικές καταστάσεις που ανήκουν στην κατηγορία της ΠΑΥ, έχουν ένα κοινό παθολογοανατομικό υπόστρωμα αλλοιώσεων που προκαλούν αύξηση των αντιστάσεων στην περιοχή των πνευμονικών αρτηριδίων: Αγγειοσύσπαση, υπερτροφία του μέσου χιτώνα, ίνωση του έσω χιτώνα του τοιχώματος των πνευμονικών αρτηριδίων και επανασηραγγωμένοι θρόμβοι μέσα στον αυλό.
Αιτίες πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης (ΠΑΥ) είναι οι παρακάτω:
α) Αυτοάνοσες νόσοι του κολλαγόνου (ρευματοπάθειες) που προκαλούν αγγειίτιδα (15% των ασθενών με ΠΑΥ). Η πλειοψηφία των περιπτώσεων αφορά ασθενείς με συστηματική σκληροδερμία. Επίσης, μεταξύ των ασθενών με συστηματική σκληροδερμία το 15% πάσχει από ΠΑΥ. Η πρόγνωση είναι δυσμενής (τριετής επιβίωση ΠΑΥ στα πλαίσια συστηματικής σκληροδερμίας: 37%). Σχετικά συχνή είναι η ΠΑΥ και σε ασθενείς με το σύνδρομο CREST (ασβέστωση, φαινόμενο Raynaud, οισοφαγική δυσλειτουργία,σκληροδακτυλία, τηλεαγγειεκτασία). Άλλες αυτοάνοσες νόσοι του κολλαγόνου που μπορούν (σπανιότερα) να προκαλέσουν πνευμονική υπέρταση είναι ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σύνδρομο Sjogren, η δερμομυοσίτιδα και η πολυμυοσίτιδα. Αυτοί οι ασθενείς συχνά έχουν και συνυπάρχουσα διάμεση πνευμονική ίνωση. Η θεραπεία της ΠΑΥ, στα πλαίσια αυτοάνοσης νόσου του κολλαγόνου, γίνεται με τα ίδια φάρμακα που χρησιμοποιούνται και στην ιδιοπαθή ΠΑΥ.
β) Συγγενείς καρδιοπάθειες με παθολογική επικοινωνία και ροή από αριστερά προς τα δεξιά (πχ μεσοκοιλιακή ή μεσοκολπική επικοινωνία, παραμονή ανοικτού αρτηριακού πόρου) παθολογική επικοινωνία, όταν είναι μεγάλη, μπορεί μετά από κάποιο χρονικό διάστημα να οδηγήσει σε αντιδραστική αγγειοσύσπαση και πάχυνση του τοιχώματος των πνευμονικών αρτηριδίων, με αύξηση της πνευμονικής αγγειακής αντίστασης. Πρόκειται για αντίδραση της πνευμονικής κυκλοφορίας στη χρονίως αυξημένη ροή αίματος. Εδώ περιλαμβάνεται το 11% των ασθενών με ΠΑΥ. Πρόγνωση: χωρίς θεραπεία η τριετής επιβίωση είναι 77%.
γ) Πυλαία υπέρταση οφειλόμενη σε ηπατοπάθεια (οι ασθενείς με κίρρωση του ήπατος έχουν ΠΑΥ σε ποσοστό 3-10%, ενώ οι ασθενείς που είναι υποψήφιοι για μεταμόσχευση ήπατος σε ποσοστό 16%).
δ)Επίδραση ορισμένων φαρμάκων ή τοξινών (παλαιότερα ευθυνόταν το ανορεξιογόνο φάρμακο fumarate που έχει αποσυρθεί από την κυκλοφορία. Σήμερα έχει διαπιστωθεί ότι ΠΑΥ μπορεί να προκαλέσει και η κοκαΐνη (πιθανώς μέσω της αγγειοσυσπαστικής της δράσης)
ε)ΠΑΥ οφειλόμενη σε λοίμωξη με τον ιό της επίκτητης ανοσοανεπάρκειας (HIV)
στ) Πνευμονική υπέρταση που συνοδεύει νόσους του θυρεοειδή
ζ) Ιδιοπαθής ή πρωτοπαθής πνευμονική υπέρταση (το 39% των περιπτώσεων ΠΑΥ) Σε αυτή υπάγεται και μία υποκατηγορία, η οικογενής πνευμονική υπέρταση (περίπου 4% των ασθενών με ΠΑΥ). Επίσης, η πνευμονική τριχοειδική αιμαγγειωμάτωση (σπάνια νόσος των πνευμονικών τριχοειδών).
θ)Αιματολογικές νόσοι όπως αιμοσφαιρινοπάθειες (δρεπανοκυτταρική αναιμία) και μυελοϋπερπλαστικές νόσοι
ι) Σπάνιες κληρονομικές νόσοι όπως γλυκογονιάσεις, η νόσος του Gaucher και η κληρονομική αιμορραγική τηλεαγγειεκτασία.
κ) Η επιμένουσα πνευμονική υπέρταση του νεογέννητου.
λ)Σχιστοσωμίαση (η συνηθέστερη αιτία ΠΑΥ στις αναπτυσσόμενες χώρες).
5)Πνευμονική υπέρταση από εξωτερική συμπίεση των πνευμονικών αγγείων ( πολύ σπάνιο αίτιο) από λεμφαδενική διόγκωση, ή όγκο, ή ινώδη μεσοθωρακίτιδα
6)Πνευμονική υπέρταση από διάφορα σπάνια συστηματικά νοσήματα (σαρκοείδωση, ιστιοκύττωση Χ)
Η Ομάδα 2 ασθενειών που προκαλούν πνευμονική υπέρταση (ΠΥ)
Αφορά την ΠΥ που οφείλεται σε νόσο του αριστερού τμήματος της καρδιάς . Η ΠΥ που οφείλεται σε αριστερή καρδιακή νόσο καλείται επίσης πνευμονική φλεβική υπέρταση ή μετατριχοειδική πνευμονική υπέρταση, επειδή το αρχικό παθοφυσιολογικό και αιτιολογικό συμβάν είναι η αυξημένη πνευμονική φλεβική πίεση. Αυτή είναι η πιο κοινή και συνήθης ομάδα διαταραχών που προκαλούν ΠΥ. Συγκεκριμένα, πάθηση της αριστερής καρδιάς αποτελεί την αιτία για 79-80% των περιπτώσεων ΠΥ.Η πάθηση της αριστερής καρδιάς οδηγεί σε αύξηση της πίεσης των πνευμονικών φλεβών (πνευμονική φλεβική υπέρταση), η οποία προκαλεί στη συνέχεια αύξηση της πίεσης στην πνευμονική αρτηρία.
Τα αιμοδυναμικά χαρακτηριστικά είναι τα εξής:
Η πίεση ενσφήνωσης PCWP είναι αυξημένη (> 15 mmHg).
Η πνευμονική αγγειακή αντίσταση (PVR) είναι <3 μονάδες Wood Σημείωση: Η διαπνευμονική κλίση πίεσης (transpulmonary gradient), δηλαδή η διαφορά πίεσης που αποτελεί την κινητήρια δύναμη της ροής στην πνευμονική κυκλοφορία (μέση πίεση πνευμονικής αρτηρίας μείον την πίεση ενσφήνωσης), είναι <12 mmHg. Η διαπνευμονική κλίση πίεσης αποτελεί τον αριθμητή στον υπολογισμό της πνευμονικής αγγειακής αντίστασης (PVR):
PVR = διαπνευμονική διαβάθμιση / καρδιακή παροχή.
Αίτια : Νόσος της αριστερής κοιλίας (αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια, από συστολική ή διαστολική δυσλειτουργία), νόσος των αριστερών καρδιακών βαλβίδων- συχνότερα σοβαρή πάθηση της μιτροειδούς, ή σοβαρή στένωση της αορτικής βαλβίδας.
Ομάδα 3 αιτίων πνευμονικής υπέρτασης (ΠΥ): Πνευμονική υπέρταση λόγω πνευμονικών παθήσεων και / ή υποξίας
Επίσης,χρόνια παραμονή σε μεγάλο υψόμετρο μπορεί να οδηγήσει σε ΠΥ, λόγω της χρόνιας υποξαιμίας, που προκαλεί αγγειοσύσπαση στην πνευμονική κυκλοφορία.
Ομάδα 4 : Χρόνια θρομβοεμβολική πνευμονική υπέρταση και άλλα αποφρακτικά αίτια που αφορούν το δίκτυο της πνευμονικής αρτηρίας
Αυτή η ομάδα αιτίων ΠΥ περιλαμβάνει:Τη χρόνια θρομβοεμβολική πνευμονική υπέρταση (Chronic thromboembolic pulmonary hypertension- CTPH) και κάποια άλλα πολύ σπάνια αίτια ΠΥ που αναφέρονται στην ταξινόμηση κατά WHO ως εξής:
Άλλα αίτια απόφραξης στην πνευμονική αρτηρία
Αγγειοσάρκωμα και άλλοι ενδοαγγειακοί όγκοι.
Αρτηρίτιδα
Συγγενείς στενώσεις στις πνευμονικές αρτηρίες
Παράσιτα (εχινόκοκκος)
Χρονία θρομβοεμβολική πνευμονική υπέρταση
(0,6% των περιπτώσεων ΠΥ): Επανειλημμένες μικρές ή μεγαλύτερες πνευμονικές εμβολές σε εγγύς ή περιφερικούς κλάδους των πνευμονικών αρτηριών (συνήθως εμβολή θρόμβων ως συνέπεια εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης, ενώ πολύ σπάνια εμβολή τεμαχίων όγκου).Ομάδα 5 πνευμονικής υπέρτασης: Π Υ με ασαφείς και / ή πολυπαραγοντικούς παθογενετικούς μηχανισμούς
Αιματολογικές διαταραχές: χρόνια αιμολυτική αναιμία, σπληνεκτομή
Συστηματικές παθήσεις: σαρκοείδωση, πνευμονική ιστιοκυττάρωση, λεμφαγγειολειομυομάτωση, νευροϊνωμάτωση
Μεταβολικές διαταραχές: διαταραχές του θυρεοειδούς, ασθένεια αποθήκευσης γλυκογόνου, ασθένεια Gaucher,
Άλλες διάφορες αιτίες: χρόνια νεφρική ανεπάρκεια (υπό αιμοκάθαρση ή όχι), πνευμονική καρκινική θρομβωτική μικροαγγειοπάθεια, τμηματική πνευμονική υπέρταση.
Σε αυτούς τους ασθενείς δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για την ΠΥ. Η θεραπεία είναι για την υποκείμενη ασθένεια. Τα φάρμακα για την ΠΑΥ δεν χρησιμοποιούνται στη θεραπεία των διαταραχών της ομάδας 5, καθώς δεν υπάρχουν τυχαιοποιημένες δοκιμές.
Εκδηλώσεις (συμπτώματα) της πνευμονικής υπέρτασης:
Δύσπνοια, συχνά προοδευτικού χαρακτήρα, δηλ. με εμφάνιση σε μικρότερο επίπεδο σωματικής προσπάθειας, οφειλόμενη στην υποκείμενη πάθηση, στις παθολογοανατομικές αλλοιώσεις της πνευμονικής μικροκυκλοφορίας και στην υποξυγοναιμία (ελαττωμένη περιεκτικότητα του αίματος σε οξυγόνο). Συχνά υπάρχει και κυάνωση (βαθμός μπλέ απόχρωσης που διακρίνεται καλύτερα στα χείλη, τα πτερύγια των αυτιών και τα νύχια), λόγω αύξησης του ποσοστού της μη οξυγονωμένης αιμοσφαιρίνης. Εύκολη κόπωση (πολύ συχνά) και συγκοπτικά επεισόδια στην προσπάθεια (σπάνια), λόγω ελάττωσης της καρδιακής παροχής. Η ελάττωση της καρδιακής παροχής οφείλεται στην επιβάρυνση της λειτουργίας της δεξιάς κοιλίας, εξαιτίας της αυξημένης αντίστασης της πνευμονικής κυκλοφορίας και της αυξημένης πίεσης της πνευμονικής αρτηρίας.Ευρήματα από την αντικειμενική εξέταση σε πνευμονική υπέρταση
(Μπορεί να υπάρχουν όλα ή μερικά από τα παρακάτω) : Στην εστία ακρόασης της πνευμονικής αύξηση της έντασης του πνευμονικού στοιχείου του 2ου καρδιακού τόνου (το πνευμονικό στοιχείο ως γνωστόν φυσιολογικά ακολουθεί στενά χρονικά το αορτικό στοιχείο του 2ου τόνου) και διχασμός του δεύτερου τόνου στενότερος του φυσιολογικού. Αυτά οφείλονται στη σύγκλειση της πνευμονικής βαλβίδας με μεγαλύτερη δύναμη και νωρίτερα, λόγω της αυξημένης πίεσης στην πνευμονική αρτηρία. Μπορεί να ακούγεται συστολικό κλικ εξωθήσεως στην πνευμονική αρτηρία (ανάμεσα στον 1ο και το 2ο καρδιακό τόνο): Στιγμιαίος ήχος, σαν ελαφρός κτύπος, που παράγεται από την απότομη διάταση της πνευμονικής αρτηρίας στη συστολή, λόγω της αυξημένης πίεσης με την οποία εξωθείται το αίμα εντός αυτής.Εξαιτίας της μηχανικής επιβάρυνσης των βαλβίδων της δεξιάς καρδιάς από τις αυξημένες πιέσεις, μπορεί να υπάρχει διαστολικό φύσημα ανεπάρκειας της πνευμονικής βαλβίδας ή και συστολικό φύσημα ανεπάρκειας τριγλώχινας. Αυτά τα δύο φυσήματα αυξάνονται σε ένταση κατά την εισπνοή.
Το ΗΚΓ σε πνευμονική αρτηριακή υπέρταση (ΠΑΥ):
Συνήθως όταν η πνευμονική υπέρταση είναι σοβαρή το ΗΚΓ δείχνει ευρήματα υπερτροφίας της δεξιάς κοιλίας ή και διάτασης του δεξιού κόλπου. Οι ΗΚΓφικές ενδείξεις διάτασης του δεξιού κόλπου (κύμα P στην απαγωγή II ύψους ≥ 2,5 mm είναι ένδειξη κακής πρόγνωσης (δηλ συσχετίζονται με μικρότερη επιβίωση). Υπάρχει μία όχι αμελητέα μειοψηφία (13%) ασθενών με σοβαρή ΠΑΥ .που δεν έχουν αξιοσημείωτα ΗΚΓφικά ευρήματα.Ακτινογραφία θώρακα σε πνευμονική αρτηριακή υπέρταση:
Συχνά δείχνει διάταση των κεντρικών κλάδων της πνευμονικής αρτηρίας στις πύλες των πνευμόνων, με εικόνα απότομης διακοπής τους στη συνέχεια (εικόνα «σαν κλαδεμένο δέντρο»). Επίσης συχνά υπάρχει ελαττωμένη απεικόνιση της αγγείωσης στα περιφερικά πνευμονικά πεδία, με αποτέλεσμα να είναι περισσότερο διαυγαστικά (με πιο μαύρη απόχρωση). Συχνή είναι και η μεγαλοκαρδία από διάταση των δεξιών καρδιακών κοιλοτήτων με προβολή του κάτω τόξου του δεξιού καρδιακού χείλους λόγω διάτασης του δεξιού κόλπου και ανύψωση της καρδιακής κορυφής λόγω διάτασης της δεξιάς κοιλίας. Όμως, η ακτινολογική εικόνα επηρεάζεται και από την υποκείμενη πάθηση.Γυναίκα 30 ετών με προοδευτικά επιδεινούμενη δύσπνοια προσπαθείας. Ποια είναι τα ευρήματα στην ακτινογραφία της ;
Διογκωμένο απεικονίζεται το στέλεχος της πνευμονικής αρτηίας που φαίνεται σαν ένα προεξέχον τόξο στο μέσο αριστερό χείλος της καρδιακής σκιάς, μεταξύ του αορτικού κομβίου και του ωτίου του αριστερού κόλπου. Οι κεντρικές πνευμονικές αρτηρίες είναι επίσης διευρυμένες. Ο δεξιός κόλπος είναι διατεταμένος (σημειώστε την αυξημένη προβολή του κάτω δεξιού τόξου της καρδιακής σκιάς). Αυτά τα ακτινολογικά ευρήματα θέτουν την υποψία πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης (PAH). Αυτή η διάγνωση τεκμηριώθηκε μετά από την ολοκλήρωση του διαγνωστικού ελέγχου.
Εικόνα από Radiopaedia.org case by A.Prof Frank Gaillard
Link https://radiopaedia.org/cases/pulmonary-arterial-hypertension-primary?lang=us
Το υπερηχογράφημα καρδιάς στην πνευμονική υπέρταση:
Εκτίμηση των διαστάσεων και της λειτουργίας της δεξιάς κοιλίας
Αδρά μπορεί να εκτιμηθεί ότι υπάρχει διάταση της δεξιάς κοιλίας, όταν στην τομή 4 κοιλοτήτων από την κορυφή, η επιφάνεια της δεξιάς κοιλίας είναι ίση ή μεγαλύτερη από της αριστερής και όταν το άπω τμήμα της δεξιάς κοιλίας συμμετέχει μαζί με την αριστερή κοιλία στο σχηματισμό της καρδιακής κορυφής. Φυσιολογικά η κορυφή σχηματίζεται αποκλειστικά από την αριστερή κοιλία. Επίσης, σε περίπτωση διάτασης της δεξιάς κοιλίας, διαπιστώνεται μετατόπιση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος προς την πλευρά της αριστερής κοιλίας με ελάττωση των διαστάσεων της τελευταίας. Αυτό έχει δυσμενή επίδραση στην πλήρωση της αριστερής κοιλίας.Στην ίδια τομή μπορεί να γίνει πλανιμέτρηση της δεξιάς κοιλίας, δηλαδή μέτρηση του εμβαδού της επιφάνειας της. Η επιφάνεια της δεξιάς κοιλίας στο τέλος της διαστολής στην τομή 4 κοιλοτήτων φυσιολογικά στους άνδρες είναι ≤ 24 cm2 και στις γυναίκες ≤ 20 cm2 . Η τελοδιαστολική επιφάνεια της δεξιάς κοιλίας ως προς την επιφάνεια σώματος φυσιολογικά είναι 5-12,6 cm2/m2.
Η τελοδιαστολική επιφάνεια της δεξιάς κοιλίας φυσιολογικά είναι μικρότερη από τα 2/3 της επιφάνειας της αριστερής κοιλίας. Όταν ο λόγος της επιφάνειας της δεξιάς κοιλίας προς την επιφάνεια της αριστερής είναι μεταξύ 1 και 1,5 τότε πρόκειται για μέτρια διάταση της δεξιάς κοιλίας ενώ όταν είναι > 1,5 τότε η διάταση είναι σοβαρή. (Σε ήπια διάταση ο λόγος είναι μεταξύ 0,6 και 1).
Η τελοσυστολική επιφάνεια της δεξιάς κοιλίας διαιρούμενη προς την επιφάνεια σώματος στην κορυφαία τομή 4 κοιλοτήτων είναι φυσιολογικά στους άνδρες ≤ 7,4 cm2 /m2 και στις γυναίκες ≤ 6,4 cm2 /m2.
Εκτίμηση της συσταλτικότητας της δεξιάς κοιλίας
Από την τελοδιαστολική και την τελοσυστολική επιφάνεια της δεξιάς κοιλίας σε υπερηχογραφική τομή 4 κοιλοτήτων υπολογίζεται η κλασματική μεταβολή της επιφάνειας (fractional area change- FAC) της δεξιάς κοιλίας. Η FAC παρέχει μια εκτίμηση της συνολικής συστολικής λειτουργίας της δεξιάς κοιλίας. Κατά την ιχνογράφηση με τον κέρσορα (δείκτη) του υπερηχογράφου των ορίων της κοιλότητας της δεξιάς κοιλίας πρέπει να περιέχεται ολόκληρη η δεξιά κοιλία εντός του τομέα της απεικόνισης (imaging sector) συμπεριλαμβανομένης της κορυφής και του ελεύθερου τοιχώματος, κατά τη διάρκεια της συστολής και της διαστολής. Επίσης, πρέπει να ληφθεί μέριμνα να συμπεριληφθούν οι μυοκαρδιακές δοκίδες ως μέρος της κοιλότητας της δεξιάς κοιλίας. Η κλασματική μεταβολή της επιφάνειας υπολογίζεται ως εξής:FAC= (EDA-ESA)/ EDA (%).
Όπου EDA η τελοδιαστολική και ESA η τελοσυστολική επιφάνεια της δεξιάς κοιλίας. Συστολική δυσλειτουργία της δεξιάς κοιλίας υποδεικνύεται από μία τιμή FAC< 35%.
Η μέτρηση του πάχους του ελεύθερου τοιχώματος της δεξιάς κοιλίας (φυσιολογικά <5 mm) γίνεται καλύτερα από την υποξιφοειδική τομή 4 κοιλοτήτων. Οι δοκιδώσεις του μυοκαρδίου
δεν πρέπει να περιλαμβάνονται στη μέτρηση.
Σχετική υποψία για πνευμονική υπέρταση υπάρχει όταν η μέγιστη ταχύτητα (V) του πίδακα ανεπάρκειας της τριγλώχινας είναι από 2,9 έως 3,4 m/s
Μεγάλη υποψία όταν V> 3,4 m/s.
Σχετική υποψία για πνευμονική υπέρταση (ΠΥ) υπάρχει και όταν η μέγιστη ταχύτητα της ανεπάρκειας τριγλώχινας δεν είναι τόσο υψηλή (V ≤2,8 m/s) αν ανευρίσκονται υπερηχογραφικοί παράγοντες κινδύνου για ΠΥ, δηλ άλλες υπερηχογραφικές ενδείξεις που δεν είναι ειδικές αλλά θέτουν υποψία. Τέτοιες ενδείξεις είναι: η διάταση των δεξιών καρδιακών κοιλοτήτων, η επιπέδωση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος στη συστολή (αριστερή κοιλία με σχήμα D στην παραστερνική τομή κατά το βραχύ άξονα), η υψηλή ταχύτητα ανεπάρκειας της πνευμονικής βαλβίδας, ο ελαττωμένος χρόνος επιτάχυνσης της ροής στην πνευμονική αρτηρία <105 ms, ή ο ελαττωμένος δείκτης μέγιστης συστολικής μετατόπισης του πλαγίου δακτυλίου της τριγλώχινας TAPSE <18 mm.
Υπολογισμός της πίεσης στην πνευμονικής αρτηρία
Η συστολική πίεση της πνευμονικής αρτηρίας είναι ίση με τη συστολική πίεση της δεξιάς κοιλίας, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει στένωση της πνευμονικής βαλβίδας, ή του χώρου εξόδου της δεξιάς κοιλίας. Αυτό πρέπει να ελέγχεται με το συνεχές Doppler στην παραστερνική τομή κατά το βραχύ άξονα στη βάση της καρδιάς.Η μέγιστη κλίση πίεσης (διαφορά πίεσης) σε mmHg μεταξύ της δεξιάς κοιλίας και του δεξιού κόλπου ισούται με 4V2 (όπου V είναι η μέγιστη ταχύτητα του πίδακα ανεπάρκειας τριγλώχινας και εκφράζεται σε m/sec). Η συστολική πίεση της δεξιάς κοιλίας (RVSP= right ventricular systolic pressure) προκύπτει, αν προστεθεί στη μέγιστη κλίση πίεσης (4V2) η εκτιμώμενη πίεση του δεξιού κόλπου (RAP).
Ωστόσο σήμερα έχει επικρατήσει σωστότερη προσέγγιση με βάση τη διάμετρο της κάτω κοίλης φλέβας και την αναπνευστική της διακύμανση. Η εξέταση της κάτω κοίλης φλέβας γίνεται κατά την ήρεμη αναπνοή στην υποξιφοειδική τομή. Η μέτρηση της μεταβολής της διαμέτρου με την εισπνοή γίνεται με εφαρμογή M-mode κάθετα στον επιμήκη άξονα της κάτω κοίλης φλέβας. Η φλέβα έχει φυσιολογική διάμετρο 1,2- 2,1 cm και η διάμετρός της φυσιολογικά ελαττώνεται στην εισπνοή μέτριας έντασης κατά 50% ή περισσότερο. Όταν ισχύουν αυτά η πίεση του δεξιού κόλπου εκτιμάται ως φυσιολογική, 3 mmHg.
Ενδιάμεση (ελαφρά αυξημένη) πίεση δεξ. κόλπου =8mmHg θεωρείται ότι υπάρχει όταν η μέγιστη διάμετρος της κάτω κοίλης ≤ 2,1 cm με μείωση εύρους κάτω κοίλης < 50% στην μέτρια εισπνοή ή κάτω κοίλη με διάμετρο > 2,1 cm και μείωση διαμέτρου > 50% στην εισπνοή.
Αυξημένη πίεση δεξ. κόλπου= 15 mmHg θεωρείται ότι υπάρχει όταν η μέγιστη διάμετρος της κάτω κοίλης φλέβας >2,1 cm και η μείωση της είναι < 50% σε εισπνοή μέτριας έντασης.
Η πίεση της πνευμονικής αρτηρίας μπορεί να υπολογιστεί και από το συνεχές Doppler του πίδακα ανεπάρκειας της πνευμονικής βαλβίδας. Η ανεπάρκεια της πνευμονικής βαλβίδας ως γνωστόν συμβαίνει στη διαστολή. Η διαστολική πίεση της δεξιάς κοιλίας πρακτικά ισούται με την πίεση του δεξιού κόλπου αφού αυτές οι δύο κοιλότητες επικοινωνούν κατά τη διαστολή μέσω της ανοιχτής τριγλώχινας βαλβίδας . (Όταν δεν υπάρχει στένωση της τριλώχινας, η οποία είναι άλλωστε σπανιώτατη, ο δεξιός κόλπος και η δεξιά κοιλία στη διαστολή στο θέμα της πίεσης συμπεριφέρονται περίπου ως ενιαία κοιλότητα.) . Η κλίση πίεσης (διαφορά πίεσης) εκφραζόμενη σε mmHg μεταξύ της πνευμονικής αρτηρίας και της δεξιάς κοιλίας στη διαστολή μπορεί να υπολογιστεί από την ταχύτητα (V) του πίδακα της ανεπάρκειας της πνευμονικής βαλβίδας μέσω της τροποποιημένης εξίσωσης του Bernoulli (4V2 ). Αθροίζοντας αυτή την κλίση πίεσης με τη διαστολική πίεση της δεξιάς κοιλίας προκύπτει η πίεση στην πνευμονική αρτηρία. Με βάση αυτή τη γενική συλλογιστική και τα αποτελέσματα μελετών, έχουν προκύψει οι εξής δύο μαθηματικοί τύποι :
Η διαστολική πίεση της πνευμονικής αρτηρίας υπολογίζεται κατά προσέγγιση
από την τελοδιαστολική ταχύτητα (Vτελική) του πίδακα
ανεπάρκειας της πνευμονικής ως εξής:
Διαστολική πίεση πνευμον. αρτηρίας= 4(Vτελική)2 + εκτιμώμενη πίεση του δεξιού
κόλπου
Η μέση πίεση της πνευμονικής
αρτηρίας υπολογίζεται από την αρχική (μέγιστη) ταχύτητα του πίδακα ανεπάρκειας της
πνευμονικής (Vαρχική) ως εξής :
Στην παρακάτω εικόνα απεικονίζεται περίπτωση ασθενούς με πνευμονική αρτηριακή υπέρταση. Στην απεικόνιση δύο διαστάσεων φαίνεται μεγάλη διάταση των δεξιών καρδιακών κοιλοτήτων και στο συνεχές Doppler της ροής της ανεπάρκειας της τριγλώχινας υπάρχει πολύ αυξημένη μέγιστη ταχύτητα (5,3 m/sec).
Από τους παραπάνω ορισμούς, γίνεται αντιληπτό ότι: Το διάστημα από τη σύγκλειση της τριγλώχινας μέχρι την αμέσως επόμενη διάνοιξή της (TCOT=tricuspid valve closure to opening time) αποτελεί το άθροισμα του χρόνου ισοογκωτικής συστολής (IVCT), του χρόνου εξώθησης (ΕΤ) και του χρόνου ισοογκωτικής χάλασης (IVRT). Δηλαδή,TCOT=IVCT+ΕΤ+IVRT,
επομένως IVCT+ IVRT=TCOT-ΕΤ
MPI= (IVCT+IVRT)/ET = (TCOT-ET)/ET
Με το παλμικό Doppler, αυτές οι μετρήσεις χρονικών διαστημάτων γίνονται με την εξέταση Doppler της ροής μέσω της τριγλώχινας (τομή 4 κοιλοτήτων από την κορυφή) η οποία παρέχει το διάστημα από τη σύγκλειση μέχρι την επόμενη διάνοιξη της τριγλώχινας (TCOT) και της ροής στο χώρο εξόδου της δεξιάς κοιλίας (παραστερνική τομή κατά το βραχύ άξονα στη βάση της καρδιάς), η οποία παρέχει το χρόνο εξώθησης (ET).
Ωστόσο, είναι προτιμότερος ο υπολογισμός αυτού του δείκτη με το ιστικό Doppler επειδή έτσι χρησιμοποιείται μόνο ένας καρδιακός παλμός για τον υπολογισμό του (σε αντίθεση με τον υπολογισμό μέσω παλμικού Doppler) και οι μετρήσεις δεν επηρεάζονται από μεταβολές της καρδιακής συχνότητας. Με το ιστικό Doppler της κίνησης του ελεύθερου άκρου του δακτυλίου της τριγλώχινας σε απεικόνιση 4 κοιλοτήτων, υπολογίζονται άμεσα τα χρονικά διαστήματα IVCT, IVRT και ET και στη συνέχεια ο δείκτης Tei (MPI) με την εξίσωση:
MPI= ( IVCT+IVRT) / ET
Παθολογικές τιμές, ενδεικτικές δυσλειτουργίας της δεξιάς κοιλίας: όταν υπολογίζεται με το ιστικό Doppler MPI ≥0,54 ,
ενώ όταν υπολογίζεται με το παλμικό Doppler MPI ≥ 0,43.
Αυξημένες τιμές του MPI (Tei index) δείχνουν επιβάρυνση της διαστολικής ή της συστολικής λειτουργίας της δεξιάς κοιλίας ή και των δύο αυτών λειτουργιών και αποτελούν δείκτη που επιβαρύνει την πρόγνωση.
Ο καθετηριασμός καρδιάς στην πνευμονική υπέρταση
Για τη διάγνωση της πνευμονικής υπέρτασης η πλέον ακριβής εξέταση (η εξέταση αναφοράς ή το μέτρο σύγκρισης- "gold standard") είναι ο δεξιός καρδιακός καθετηριασμός. Ειδικά για την τεκμηριωμένη διάγνωση της πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης (PAH) θεωρείται απαραίτητος. Όταν υπάρχει πνευμονική υπέρταση, η μέση πίεση της πνευμονικής αρτηρίας είναι ≥ 25 mmHg.Ωστόσο τα φυσιολογικά όρια της μέσης πνευμονικής αρτηριακής πίεσης είναι 11-20 mmHg. Τιμές μεταξύ 20 και 24 mmHg θεωρούνται οριακά αυξημένες και δεν έχουν διευκρινισμένη κλινική σημασία. Αυτοί οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά, ιδίως όταν έχουν καταστάσεις που προδιαθέτουν για την ανάπτυξη πνευμονικής υπέρτασης (π.χ. αυτοάνοση νόσο του συνδετικού ιστού). Τιμές από 25 mmHg και άνω θεωρούνται ως διαγνωστικές για πνευμονική υπέρταση οποιασδήποτε αιτιολογίας.
Μια άλλη πληροφορία από τον δεξιό καθετηριασμό που είναι κεντρικής σημασίας για τη διάγνωση είναι η πίεση ενσφήνωσης της πνευμονικής αρτηρίας ή πίεση ενσφήνωσης των πνευμονικών τριχοειδών (pulmonary capillary wedge pressure-PCWP). Μια αιμοδυναμική ταξινόμηση της πνευμονικής υπέρτασης (PY) περιλαμβάνει:
- Την προτριχοειδική ΠΥ, (precapillary pulmonary hypertension) όπου η πίεση ενσφήνωσης της πνευμονικής αρτηρίας PCWP δεν είναι αυξημένη (PCWP ≤ 15 mmHg). Αυτό ισχύει για την ΠΥ λόγω πνευμονικής νόσου ή χρόνιας θρομβοεμβολικής πνευμονικής νόσου ή πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης (ΠΑΥ). Η τελευταία οφείλεται σε παθολογοανατομικές στενωτικές αλλοιώσεις των πνευμονικών αρτηριδίων.
και την
- Μετατριχοειδική ΠΥ (postcapillary pulmonary hypertension) όπου η πίεση ενσφήνωσης PCWP είναι αυξημένη (> 15 mmHg). Αυτό συμβαίνει στην πιο συνηθισμένη ομάδα ΡΗ, ταξινομημένη στην ομάδα ΙΙ του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Σε αυτή την ομάδα, η πνευμονική υπέρταση (ΠΥ) οφείλεται σε πνευμονική φλεβική υπέρταση, δηλαδή σε αυξημένη πίεση στο πνευμονικό φλεβικό δίκτυο που αποτελεί αντανάκλαση της αυξημένης πίεσης του αριστερού κόλπου. Αυτό είναι αποτέλεσμα αριστερής καρδιακής νόσου. Τέτοια νόσος μπορεί να είναι αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια από συστολική ή διαστολική δυσλειτουργία του μυοκαρδίου (δηλ με ελαττωμένο ή διατηρημένο κλάσμα εξώθησης αντίστοιχα) ή σοβαρή βαλβιδοπάθεια της μιτροειδούς (κυρίως) ή της αορτικής.
Δεξιός καρδιακός καθετηριασμός και οι φυσιολογικές καμπύλες πίεσης που λαμβάνονται. Στο επάνω μέρος της εικόνας απεικονίζονται οι διαδοχικές θέσεις του άκρου του καθετήρα Swan-Ganz και από κάτω οι καμπύλες πίεσης που λαμβάνονται και οι φυσιολογικές τιμές για την πίεση του δεξιού κόλπου (RA), της δεξιάς κοιλίας (RV), της πνευμονικής αρτηρίας (PA) και της πίεσης ενσφήνωσης των πνευμονικών τριχοειδών (PCWP) Εικόνα τροποποιημένη από PCIpedia Σύνδεσμος: PCIpredia-The right heart catheterization
Προγνωστικοί δείκτες σε πνευμονική υπέρταση:
Η τιμή της συστολικής πίεσης στην πνευμονική αρτηρία δεν αποτελεί καλό προγνωστικό δείκτη, επειδή σε προχωρημένη νόσο λόγω της επακόλουθης συστολικής δυσλειτουργίας της δεξιάς κοιλίας, η πίεση στην πνευμονική αρτηρία ελαττώνεται. Αντίθετα, αξιόπιστοι δείκτες δυσμενούς πρόγνωσης είναι εκείνοι που σχετίζονται με δυσλειτουργία της δεξιάς κοιλίας (δείκτης TAPSE<1,5/ αυξημένος δείκτης Tei / διάταση δεξιάς κοιλίας και δεξιού κόλπου /καρδιακός δείκτης <2 lt/min/m2, πίεση δεξιού κόλπου> 15 mmHg), η εμφάνιση κλινικών σημείων δεξιάς καρδιακής ανεπάρκειας, η ελαττωμένη εξάλεπτη απόσταση βάδισης (< 300 m) και το αυξημένο στάδιο κατά NYHA (στάδιο ΙΙΙ, IV).Εξετάσεις για τη διάγνωση της αιτίας της πνευμονικής υπέρτασης
Χρόνια θρομβοεμβολική πνευμονική υπέρταση (από επανειλημμένες πνευμονικές εμβολές)
Στατιστικά, εμφανίζεται σε ασθενείς μετά από επεισόδιο πνευμονικής εμβολής στο 0,5- 3% , ενώ σε άτομα με υποτροπιάζουσα εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση στο 13%. Κάποιοι από τους ασθενείς με χρόνια θρομβοεμβολική πνευμονική υπέρταση ιστορικό πνευμονικής εμβολής ή εν τω βάθει φλεβοθρόμβωσης. (Αυτό ισχύει για το 30% των ασθενών με χρόνια θρομβοεμβολική πνευμονική υπέρταση). Σε κάποιους από αυτούς τους ασθενείς διαπιστώνονται διαταραχές που προδιαθέτουν για υπερπηκτικότητα, όπως αυξημένα επίπεδα του παράγοντα VIII, αντιπηκτικό του λύκου, ή αντισώματα αντικαρδιολιπίνης. Οι ασθενείς εμφανίζουν προοδευτικά επιδεινούμενη δύσπνοια προσπαθείας και εύκολη κόπωση. Μπορεί να εμφανισθούν και στηθαγχικά συμπτώματα, ή συγκοπτικά επεισόδια). Υπερηχογραφικώς διαπιστώνεται πνευμονική υπέρταση και διάταση ή υπερτροφία της δεξιάς κοιλίας.
Auger WR, Fedullo PF. Chronic thromboembolic pulmonary Hypertension. Semin Respir Crit Care Med 2009;30: 471-484
Θεραπεία πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης
Όσα αναφέρονται εδώ δεν ισχύουν για όλες τις περιπτώσεις πνευμονικής υπέρτασης, αλλά μόνο για τις αιτίες πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης που οφείλονται σε παθολογοανατομικές αλλοιώσεις του τοιχώματος των πνευμονικών αρτηριδίων(πχ ιδιοπαθής πνευμονική υπέρταση, πνευμονική υπέρταση από αυτοάνοσα νοσήματα του κολλαγόνου, πνευμονική υπέρταση οφειλόμενη σε συγγενείς καρδιοπάθειες με διαφυγή από αριστερά προς τα δεξιά, κλπ)
(σκεύασμα: tab Tracleer 62,5 mg/ 125mg.)
Η μασιτεντάνη (νεότερο φάρμακο της κατηγορίας-σκεύασμα Opsumit tabl 10mg) τείνει να αντικαταστήσει τη μποσεντάνη, μετά τα αποτελέσματα της μελέτης SERAPHIN στην οποία έδειξε καλύτερη ασφάλεια και αποτελεσματικότητα. Στη μελέτη αυτή η μασιτεντάνη σε ασθενείς με ΠΑΥ (τόσο σε αυτούς που έπαιρναν και άλλη φαρμακευτική αγωγή για την ΠΑΥ, όσο και σε εκείνους που δεν έπαιρναν) ελάττωσε τη νοσηρότητα και τη θνητότητα από την πνευμονική υπέρταση. Επίσης βελτίωσε τη λειτουργική κατηγορία κατά NYHA και την εξάλεπτη απόσταση βάδισης. Οι συχνότερες παρενέργειες της μασιτεντάνης είναι η κεφαλαλγία, η αναιμία και η ρινοφαρυγγίτιδα.
Φάρμακα που δρουν μέσω της αγγειοδιασταλτικής οδού του μονοξειδίου του αζώτου (ΝΟ):
1) Αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης-5: Σιλδεναφίλη
2) Διεγέρτες της γουανυλικής κυκλάσης.
Η γουανυλική κυκλάση είναι το ένζυμο που συνθέτει το κυκλικό GMP (το μόριο, μέσω του οποίου το ΝΟ ασκεί την αγγειοδιασταλτική του επίδραση ). Σε αυτή την κατηγορία ανήκει το νέο φάρμακο ριοσιγουάτη (riociguat-σκεύασμα Adempas tab 0,5/1/1,5/2/2,5 mg ), πoυ διεγείρει τη γουανυλική κυκλάση και έτσι αυξάνει τη σύνθεση του κυκλικού GMP. Η ριοσιγουάτη αξιολογήθηκε στη μελέτη PATENT. Το φάρμακο βελτίωσε την εξάλεπτη απόσταση βάδισης τόσο σε ασθενείς που έπαιρναν και άλλη φαρμακευτική αγωγή για την ΠΑΥ, όσο και σε αυτούς που δεν έπαιρναν, ενώ παρατηρήθηκε και σημαντική βελτίωση στον καρδιακό δείκτη.
Η ριοσιγουάτη ενδείκνυται σε ενήλικες με:
1. Χρόνια θρομβοεμβολική πνευμονική υπέρταση (ΧΘΠΥ) σε ασθενείς που δεν είναι κατάλληλοι για χειρουργική θεραπεία (ανεγχείρητοι) ή στους οποίους η ΧΘΠΥ είναι εμμένουσα ή υποτροπιάζει μετά τη χειρουργική θεραπεία. Προϋπόθεση είναι οι ασθενείς να ανήκουν στη λειτουργική κατηγορία NYHA II έως III.
2. Πνευμονική αρτηριακή υπέρταση (ΠΑΥ) ιδιοπαθούς, κληρονομικής ή σχετιζόμενης με νόσο του συνδετικού ιστού, σε ασθενείς λειτουργικής κατηγορίας ΙΙ-ΙΙΙ, χορηγούμενο ως μονοθεραπεία ή σε συνδυασμό με ανταγωνιστές των υποδοχέων ενδοθηλίνης.
Απαγορεύεται η συγχορήγηση της ριοσιγουάτης με αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης-5, ή με νιτρώδη επειδή μπορεί να προκαλέσει σοβαρή υπόταση.
Αντενδείξεις:
Παρενέργειες της ριοσιγουάτης: συχνά είναι τα δυσπεπτικά ενοχλήματα και η υπόταση. Σε σπάνιες περιπτώσεις παρατηρήθηκε σοβαρή αιμόπτυση και για αυτό το λόγο το φάρμακο δεν συστήνεται σε ασθενείς με ιστορικό αιμόπτυσης.
Η δόση έναρξης είναι 1 mg τρεις φορές την ημέρα για 2 εβδομάδες και αυξάνεται ανά 0,5 mg τρεις φορές την ημέρα κάθε δύο εβδομάδες μέχρι ένα μέγιστο 2,5 mg x 3 φορές την ημέρα, εφόσον η συστολική αρτηριακή πίεση είναι ≥95 mmHg και ο ασθενής δεν παρουσιάζει σημεία ή συμπτώματα υπότασης.
Προσταγλανδίνες:
Οι παρενέργεις των προσταγλανδινών περιλαμβάνουν ερυθρότητα προσώπου, κεφαλαλγία και διάρροια.
Hoeper MM et al. Diagnosis, assessment and treatment of nonpulmonary arterial pulmonary hypertension. J Am Coll Cardiol. 2009 Jun 30;54(1 Suppl):S85–96. [PMID: 19555862]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια, η επικοινωνία και η συζήτηση είναι απολύτως επιθυμητά !
Το περιεχόμενο ανανεώνεται διαρκώς και τα σχόλιά σας με βοηθούν να κάνω βελτιώσεις.