2) ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ (ΕΚΕ) : Μεταξύ άλλων, παρέχει πρόσβαση στο περιοδικό ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, σε WEBTV με διαλέξεις από συνέδρια της ΕΚΕ και σε ενημερωτικά δελτία της ΕΚΕ-Κάνετε κλίκ !.
3) ΚΑΝΑΛΙ ΜΕ ΒΙΝΤΕΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΑΣ- Κάνετε κλίκ ! }
2) ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ (ΕΚΕ) : Μεταξύ άλλων, παρέχει πρόσβαση στο περιοδικό ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, σε WEBTV με διαλέξεις από συνέδρια της ΕΚΕ και σε ενημερωτικά δελτία της ΕΚΕ-Κάνετε κλίκ !.
3) ΚΑΝΑΛΙ ΜΕ ΒΙΝΤΕΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΑΣ- Κάνετε κλίκ ! }
Μυοκαρδιοπάθειες
Κατάταξη μυοκαρδιοπαθειών:
Η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια (χαρακτηρίζεται από παθολογική υπερτροφία των τοιχωμάτων της αριστερής κοιλίας διάχυτη ή τμηματική, που δεν οφείλεται σε κάποια άλλη αιτία, δηλ δεν οφείλεται σε υπέρταση, ή στένωση αορτικής βαλβίδας. Υπάρχει μετάλλαξη σε γονίδιο που κωδικοποιεί πρωτεΐνη του μυοκαρδιακού κυττάρου, κληρονομικότητα επικρατής αυτοσωματική και παθολογοανατομικά χαρακτηρίζεται από διαταραχή της αρχιτεκτονικής των μυοϊνιδίων).
Η περιοριστική μυοκαρδιοπάθεια που χαρακτηρίζεται από διαταραχή της διαστολικής λειτουργίας του μυοκαρδίου με συνήθως φυσιολογικές ή σχεδόν φυσιολογικές διαστάσεις των κοιλιών και φυσιολογικό ή σχεδόν φυσιολογικό κλάσμα εξώθησης, αλλά αυξημένη πίεση πλήρωσης της μίας ή και των δύο κοιλιών.
Διατατική μυοκαρδιοπάθεια
Χρόνιες ηπατικές νόσοι.
Συνήθως συμπτώματα ανεπάρκειας της αριστερής κοιλίας (δύσπνοια προσπαθείας, παροξυσμική νυκτερινή δύσπνοια, ορθόπνοια, λόγω αυξημένης πίεσης στις πνευμονικές φλέβες). Επίσης, συχνά είναι τα συμπτώματα εξαιτίας ελάττωσης της καρδιακής παροχής ( εύκολη κόπωση, αδυναμία). Συμπτώματα και σημεία δεξιάς καρδιακής ανεπάρκειας (οίδημα, ασκίτης,επώδυνη ηπατομεγαλία) παρουσιάζονται πιο όψιμα και είναι επιβαρυντικά για την πρόγνωση. Σε λίγους ασθενείς μπορεί να υπάρχουν θωρακικά άλγη (που αποδίδονται σε υπενδοκάρδια ισχαιμία, λόγω της αποδεδειγμένης μείωσης της αγγειοδιασταλτικής ικανότητας της στεφανιαίας μικροκυκλοφορίας στη διατατική μυοκαρδιοπάθεια, παρά τις αγγειογραφικά φυσιολογικές στεφανιαίες αρτηρίες).
Αρτηριακή πίεση: συστολική πίεση συνήθως φυσιολογική ή χαμηλή. Η πίεση σφυγμού (διαφορική αρτηριακή πίεση= συστολική μείον διαστολική) είναι συχνά ελαττωμένη, λόγω ελαττωμένου όγκου παλμού. Ταχύπνοια μπορεί να υπάρχει σε περίπτωση οξείας καρδιακής κάμψης ή αν η κλινική εικόνα επιπλακεί από την εμφάνιση πνευμονικής εμβολής. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανισθεί αναπνοή Cheyne- Stokes (δυσμενές προγνωστικό σημείο.)
Συχνά ευρήματα: φλεβοκομβική ταχυκαρδία, υπερκοιλιακές ή κοιλιακές αρρυθμίες, διαταραχές στα ST και T, διαταραχές της ενδοκοιλιακής αγωγής που προκαλούν αύξηση του εύρους του συμπλέγματος QRS (συχνότερα αποκλεισμός του αριστερού σκέλους). Κάποιες φορές κύματα R ελαττωμένου ύψους, ενώ λιγότερο συχνά κύματα Q στις προκάρδιες απαγωγές, λόγω ίνωσης στο μυοκάρδιο της αριστερής κοιλίας (χωρίς να υπάρχει έμφραγμα ή στεφανιαία νόσος).
Διάταση και ελαττωμένη συσταλτικότητα της αριστερής ή και της δεξιάς κοιλίας, συχνά διάταση του αριστερού κόλπου. Προσδιορίζεται το κλάσμα εξώθησης και ελέγχεται αν υπάρχει ανεπάρκεια των κολποκοιλιακών βαλβίδων και η βαρύτητα αυτής. Στην εξέταση Doppler της διαμιτροειδικής ροής, ενδεχόμενη ανεύρεση περιοριστικού προτύπου αποτελεί δυσμενές προγνωστικό σημείο.
Σε διατατική μυοκαρδιοπάθεια συνήθως απαιτείται ο εξής έλεγχος: γενική εξέταση αίματος, εξετάσεις νεφρικής λειτουργίας (ουρία, κρεατινίνη), ηλεκτρολύτες (νάτριο, κάλιο, ασβέστιο, μαγνήσιο), TSH (για έλεγχο διαταραχών του θυρεοειδή), ενώ συνιστάται σε περιπτώσεις κλινικής υποψίας ή όταν δεν έχει διευκρινισθεί το αίτιο να γίνεται και έλεγχος για ρευματικά νοσήματα ( ΤΚΕ, ANA), για αιμοχρωμάτωση (σίδηρος, φερριτίνη, σιδηροδεσμευτική ικανότητα ορού, κορεσμός τρανσφερίνης) και για αντισώματα έναντι του ιού HIV.
Η ίδια θεραπεία που χορηγείται σε καρδιακή ανεπάρκεια από συστολική δυσλειτουργία (βλέπε κεφάλαιο καρδιακής ανεπάρκειας). Φάρμακα πρώτης γραμμής είναι τα διουρητικά, οι α-ΜΕΑ ή οι αναστολείς υποδοχέων αγγειοτασίνης και οι β-αναστολείς (με έναρξη σε χαμηλές δόσεις και σταδιακή αύξηση της δόσης). Φάρμακα δεύτερης γραμμής που μπορούν να προστεθούν στην αγωγή είναι οι ανταγωνιστές των υποδοχέων της αλδοστερόνης (σπιρονολακτόνη, επλερενόνη) και τρίτης γραμμής η διγοξίνη. Σε ότι αφορά τη διγοξίνη, ιδανική δόση είναι εκείνη που επιτυγχάνει επίπεδα 0,5-0,8 ng/ml, επειδή υψηλότερα επίπεδα έχουν συσχετισθεί με μικρή αύξηση της θνητότητας.
Κάποια ειδικά αίτια μυοκαρδιοπάθειας:
Αιμοχρωμάτωση
Σε ότι αφορά την κληρονομική αιμοχρωμάτωση, οι περισσότερες μορφές της είναι αυτοσωματικές υπολειπόμενες. Έχουν εξακριβωθεί συγκεκριμένες υπεύθυνες γονιδιακές μεταλλάξεις. Χαρακτηρίζεται από αυξημένη απορρόφηση σιδήρου από το πεπτικό σύστημα, με επακόλουθη εναπόθεσή του σε διάφορους ιστούς, γεγονός που προκαλεί και τις κλινικές εκδηλώσεις. Συνήθεις εκδηλώσεις είναι: οι συστηματικές εκδηλώσεις (αδυναμία, καταβολή, απώλεια βάρους, απάθεια), αυξημένη μελάγχρωση του δέρματος (μεταβολή στο χρώμα του δέρματος που γίνεται πιο σκούρο και αποδίδεται στην εναπόθεση σιδήρου στο δέρμα), ηπατομεγαλία (που μπορεί να προκαλεί κοιλιακά άλγη),ηπατική δυσλειτουργία, σπληνομεγαλία, αρθρίτιδα ή διόγκωση άρθρωσης (από εναπόθεση σιδήρου στα αντίστοιχα όργανα), απώλεια της γενετήσιας ορμής, ανικανότητα, αμηνόρροια (λόγω εναπόθεσης σιδήρου σε ενδοκρινείς αδένες ή λόγω κίρρωσης του ήπατος), σακχαρώδης διαβήτης (λόγω εναπόθεσης σιδήρου στο πάγκρεας) και συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια ή αρρυθμίες λόγω εναπόθεσης σιδήρου στο μυοκάρδιο. Η διάγνωση γίνεται από τα αυξημένα επίπεδα κορεσμού της τρανσφερίνης και φερριτίνης ορού, αλλά και με βιοψία ήπατος. Η θεραπεία της κληρονομικής αιμοχρωμάτωσης είναι με περιοδικές αφαιμάξεις (συνήθως 500 ml αίματος αφαιρούνται ανά 1-2 εβδομάδες, μέχρι ο κορεσμός της τρανσφερίνης να γίνει <50% και η φερριτίνη <50 ng./ml. Δευτεροπαθής αιμοχρωμάτωση είναι η παθολογική εναπόθεση σιδήρου που μπορεί να προκαλέσει εκδηλώσεις από την καρδιά ή άλλα όργανα εξαιτίας άλλης νόσου, όπως η αναποτελεσματική ερυθροποίηση.Το μη συμπαγές μυοκάρδιο (σπογγώδης μυοκαρδιοπάθεια- left ventricular non compaction)
Είναι είδος μυοκαρδιοπάθειας που χαρακτηρίζεται από την παρουσία έντονης δοκίδωσης στο μυοκάρδιο της αριστερής κοιλίας με εκκολπώματα που υπάρχουν μεταξύ των δοκίδων και επικοινωνούν με την κοιλότητα της αριστερής κοιλίας. Οι πάσχουσες μυοκαρδιακές περιοχές χαρακτηρίζονται από την παρουσία μιας αυξημένου πάχους εσωτερικής μη συμπαγούς στιβάδας και μίας εξωτερικής συμπαγούς μυοκαρδιακής στιβάδας. Η σπογγώδης υφή εντοπίζεται συνήθως στην κορυφή και το πλάγιο τοίχωμα. Οφείλεται σε παραμονή δοκιδώσεων που υπάρχουν στο άπω τμήμα της αριστερής κοιλίας νωρίς στην εμβρυϊκή ζωή και οι οποίες εξυπηρετούν την αιμάτωση του μυοκαρδίου, καθώς κατά την περίοδο αυτή δεν είναι ακόμη καλά διαμορφωμένη η στεφανιαία κυκλοφορία. Φυσιολογικά το μυοκάρδιο καθίσταται περισσότερο συμπαγές κατά την πρόοδο της εμβρυϊκής ζωής και τα εκκολπώματα σταδιακά παύουν να υπάρχουν. Η μυοκαρδιοπάθεια εμφανίζεται σε περιπτώσεις παθολογικής παραμονής τους. Έχουν παρατηρηθεί οικογενείς και σποραδικές περιπτώσεις της εν λόγω μυοκαρδιοπάθειας, η οποία αποδίδεται σε γονιδιακές μεταλλάξεις και έχει μεγάλη φαινοτυπική ετερογένεια.Αυτή η μυοκαρδιοπάθεια (μη συμπαγές μυοκάρδιο, ή σπογγώδης μυοκαρδιοπάθεια) μπορεί να εκδηλωθεί με καρδιακή ανεπάρκεια (προοδευτική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας), αρρυθμίες (κοιλιακή ταχυκαρδία, ή αιφνίδιος θάνατος, ή κολπική μαρμαρυγή), ή θρομβοεμβολικά επεισόδια. Συχνότερα συμπτώματα είναι η δύσπνοια και το αίσθημα παλμών. Η διάγνωση τίθεται από το συνδυασμό αυτής της κλινικής εικόνας με την υπερηχογραφική εικόνα. Υπερηχογραφικώς διαπιστώνεται κυρίως στις τομές 4 κοιλοτήτων και παραστερνική βραχέως άξονα, ότι ένα τμήμα της αριστερής κοιλίας (συνήθως η κορυφή, ή το μέσο πλάγιο ή το μέσο κατώτερο) εμφανίζεται παχυσμένο, αποτελούμενο από δύο στιβάδες. Χαρακτηριστικά, αυτές οι δύο στιβάδες έχουν την εξής μορφή: μία λεπτότερη συμπαγής επικαρδιακή στιβάδα και μία μεγαλύτερου πάχους εσωτερική στιβάδα που χαρακτηρίζεται από μεγάλες δοκίδες και μεταξύ τους χώρους που περιέχουν αίμα (προσεκβολές ή εκκολπώσεις). Οι δοκιδώσεις φαίνονται καλύτερα στο τέλος της συστολής, ωστόσο πρέπει να διακρίνονται > 3 εμφανείς δοκίδες στην τελοδιαστολή. Οι δοκίδες κινούνται σύγχρονα προς το συμπαγές τμήμα του μυοκαρδίου. Ο λόγος του πάχους της μη συμπαγούς προς αυτό της συμπαγούς στιβάδας είναι ≥ 2,3 στο τέλος της διαστολής και > 2 στο τέλος της συστολής. Με το έγχρωμο Doppler διαπιστώνεται ύπαρξη αιματικής ροής μέσα στις εκκολπώσεις που βρίσκονται μεταξύ των μυοκαρδιακών δοκίδων. Στα παραπάνω διαγνωστικά κριτήρια συμπεριλαμβάνεται και η απουσία άλλης καρδιακής δομικής ανωμαλίας. Συχνά υπάρχει και εμφανώς ελαττωμένη συστολική λειτουργία της αριστερής κοιλίας με ελαττωμένο κλάσμα εξώθησης αλλά αυτό δεν συμβαίνει πάντα. Ωστόσο σχεδόν πάντα υπάρχει διαστολική δυσλειτουργία, ενώ νεώτερες ηχοκαρδιογραφικές τεχνικές, όπως η μέτρηση της επιμήκους παραμόρφωσης (strain), συνήθως δείχνουν ελαττωμένη συστολική λειτουργία (ελαττωμένο επίμηκες συστολικό strain) στις περιοχές μη συμπαγούς μυοκαρδίου της αριστερής κοιλίας ακόμα και σε εκείνους τους ασθενείς που έχουν φυσιολογικό κλάσμα εξώθησης. Ευκρινής απεικόνιση της παραπάνω περιγραφόμενης εμφάνισης του μυοκαρδίου επιτυγχάνεται με τη μαγνητική τομογραφία καρδιάς (CMR).
Θεραπεία: Όταν υπάρχει καρδιακή ανεπάρκεια από συστολική δυσλειτουργία εφαρμόζεται η συνήθης φαρμακευτική θεραπεία της καρδιακής ανεπάρκειας. Σε περίπτωση που υπάρχουν οι ενδείξεις (αυτές που ισχύουν γενικά, βλ κεφάλαιο καρδιακής ανεπάρκειας) μπορεί να τοποθετηθεί αμφικοιλιακός βηματοδότης, ενώ σε περίπτωση καρδιακής ανεπάρκειας τελικού σταδίου μπορεί να χρειασθεί τοποθέτηση συσκευής υποβοήθησης της αριστερής κοιλίας, ή μεταμόσχευση καρδιάς.
Άνδρας 30 ετών που ανέφερε αίσθημα εύκολης κόπωσης κατά τη σωματική δραστηριότητα. Η αντικειμενική εξέταση ήταν χωρίς αξιόλογα ευρήματα.Το ΗΚΓ έδειξε φλεβοκομβικό ρυθμό με αποκλεισμό του αριστερού σκέλους (LBBB) ενώ υπερηχογραφικώς παρατηρήθηκε μέτρια ελάττωση της συστολικής λειτουργίας της αριστερής κοιλίας. Τι άλλο παρατηρείτε σε αυτή την υπερηχογραφική εικόνα (κορυφαία λήψη 4 κοιλοτήτων) ;
Παρουσία πολλαπλών μεγάλων δοκιδώσεων και εκκολπωμάτων του μυοκαρδίου στην κορυφή και το πλάγιο τοίχωμα της αριστερής κοιλίας, το οποίο σε αυτή την περιοχή παρουσιάζει μία εσωτερική μη συμπαγή στιβάδα αυξημένου πάχους και εξωτερικά μια πιο λεπτή συμπαγή στιβάδα. Από το υπερηχογράφημα και την μαγνητική τομογραφία που ακολούθησε διαγνώστηκε μη συμπαγές μυοκάρδιο (σπογγώδης μυοκαρδιοπάθεια) της αριστερής κοιλίας
Αρρυθμιογόνος μυοκαρδιοπάθεια ή αρρυθμιογόνος δυσπλασία της δεξιάς κοιλίας (arrhythmogenic right ventricular cardiomyopathy or dysplasia -AVRC or ARVD):
Αναφέρεται και με το γενικό όρο αρρυθμιογόνος μυοκαρδιοπάθεια (arrhythmogenic cardiomyopathy).Είναι νόσος του μυοκαρδίου της δεξιάς κοιλίας (σπανιώτερα και της αριστερής κοιλίας) που παθολογοανατομικά χαρακτηρίζεται από απώλεια μυοκυττάρων και αντικατάστασή τους από λιπώδη και ινώδη ιστό. Αυτό έχει διαπιστωθεί από βιοψίες μυοκαρδίου. Συνήθως προσβάλλεται μόνο η δεξιά κοιλία, που εμφανίζει μία υποκινητική περιοχή, ή γενικευμένη διάταση και υποκινησία, ή μία δυσκινητική, ή ανευρυσματική περιοχή. Αντίθετα, η αριστερή κοιλία συχνά παρουσιάζει φυσιολογική, ή σχεδόν φυσιολογική συσταλτικότητα. Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες προσβάλλεται και η αριστερή κοιλία.
Η αιτιολογία της νόσου είναι γονιδιακή, οφειλόμενη σε μεταλλάξεις γονιδίων που κωδικοποιούν την παραγωγή κάποιων δομικών πρωτεϊνών των μυοκαρδιακών κυττάρων.
Η κλινική εκδήλωση της νόσου μπορεί να είναι με επεισόδια αισθήματος παλμών ή και συγκοπτικά επεισόδια (λόγω κοιλιακής ταχυκαρδίας), με εκδηλώσεις δεξιάς ή ολικής καρδιακής ανεπάρκειας, ή και με αιφνίδιο θάνατο σαν πρώτη εκδήλωση.
Συχνά υπάρχει αποκλεισμός του δεξιού σκέλους (ατελής ή πλήρης). Στο τελικό τμήμα του QRS στις δεξιές προκάρδιες απαγωγές σε προχωρημένα στάδια της νόσου μπορεί να παρατηρείται μία χαρακτηριστική κόμβωση, δηλαδή ένα πρόσθετο κύμα συνήθως χαμηλού ύψους μεταξύ του τέλους του QRS και της αρχής του ST (κύμα ε). Αυτό οφείλεται σε καθυστέρηση της αγωγής σε περιοχή της δεξιάς κοιλίας. Συχνά στην αρρυθμιογόνο μυοκαρδιοπάθεια, υπάρχουν χαμηλά δυναμικά QRS και επίσης δεξιά απόκλιση του άξονα QRS υπάρχει σε αρκετές περιπτώσεις, αν και αυτά τα ευρήματα είναι λιγότερο συχνά από την αναστροφή του κύματος Τ.
Μπορεί να εμφανισθούν επεισόδια κοιλιακής ταχυκαρδίας συνήθως μονόμορφης με μορφολογία αποκλεισμού του αριστερού σκέλους και άξονα στο μετωπιαίο επίπεδο κατώτερο, ή προς τα άνω και αριστερά. Σπάνια μπορεί να παρατηρηθεί πολύμορφη κοιλιακή ταχυκαρδία. Μπορεί να συμβεί αιφνίδιος καρδιακός θάνατος.
Άνδρας 30 ετών που εισήχθη στο νοσοκομείο λόγω επεισοδίου εμμένουσας μονόμορφης κοιλιακής ταχυκαρδίας με μορφολογία αποκλεισμού του αριστερού σκέλους. Ο ασθενής αισθανόταν αίσθημα παλμών και καταβολή αλλά ήταν αιμοδυναμικά σταθερός με συστολική πίεση 115 mmHg και χωρίς εκδηλώσεις οξείας καρδιακής ανεπάρκειας. Η ταχυκαρδία ανατάχθηκε με ενδοφλέβια χορήγηση αμιωδαρόνης. Στην εικόνα φαίνεται το ΗΚΓ του ασθενούς σε φλεβοκομβικό ρυθμό. Ποιες διαταραχές παρατηρούνται στο ΗΚΓ ;
![]() | ||
|
Διακρίνονται τα υψηλά κύματα P στην απαγωγή ΙΙ που είναι ενδειξη διάτασης του δεξιού κόλπου, ενώ υπάρχουν και αρνητικά κύματα Τ στις απαγωγές V1-V4. Επιπλέον στην απαγωγή V1, διακρίνεται στο τέλος του συμπλέγματος QRS (μεταξύ του τέλους του QRS και του ST) μικρό έπαρμα (κύμα έψιλον)-βλέπε κίτρινο βέλος στην κάτω εικόνα. Ο περαιτέρω έλεγχος επιβεβαίωσε τη διάγνωση της αρρυθμιογόνου μυοκαρδιοπάθειας της δεξιάς κοιλίας.
(Εικόνα από ECGpedia.Org)
https://en.ecgpedia.org/index.php?title=File:Arvd_ecg1.png
ECGpedia-Arrhythmogenic Right Ventricular Cardiomyopathy )
Στο υπερηχογράφημα σε ασθενείς με αρρυθμιογόνο μυοκαρδιοπάθεια χαρακτηριστικές είναι οι τμηματικές διαταραχές της συσταλτικότητας της δεξιάς κοιλίας (περιοχές με υποκινησία, ακινησία, δυσκινησία ή ανεύρυσμα, δηλ. με μειωμένη ή καταργημένη μετατόπιση προς τα έσω κατά τη συστολή, με μετατόπιση προς τα έξω στη συστολή, ή προβολή προς τα έξω κατά τη συστολή και τη διαστολή αντίστοιχα). Σε κάποιες περιπτώσεις διακρίνονται περιοχές στο μυοκάρδιο της δεξιάς κοιλίας με αυξημένη ηχογένεια (με πιο έντονο σήμα στην υπερηχογραφική εικόνα). Τα παραπάνω οφείλονται στην αντικατάσταση μυοκαρδιακού ιστού από ινολιπώδη ιστό. Συχνά υπάρχει διάταση και συνολικά ελαττωμένη συσταλτικότητα της δεξιάς κοιλίας, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις προσβάλλεται και η αριστερή κοιλία.
Διαγνωστικά κριτήρια για την αρρυθμιογόνο μυοκαρδιοπάθεια
Επειδή η διάγνωση είναι πολυπαραμετρική, δηλαδή δεν μπορεί να βασιστεί στα ευρήματα μίας μόνο εξέτασης, έχουν καθιερωθεί διαγνωστικά κριτήρια. Ισχύουν τα αναθεωρημένα κριτήρια του 2010. Διακρίνονται σε μείζονα και ελάσσονα κριτήρια. Για να τεθεί η διάγνωση πρέπει να πληρούνται
2 μείζονα κριτήρια, ή
1 μείζον και 1 έλασσον κριτήριο, ή
3 ελάσσονα κριτήρια
Η διάγνωση χαρακτηρίζεται ως πιθανή (αλλά αβέβαιη και όχι αποδεδειγμένη) όταν πληρούνται:
1 μείζον, ή
ΗΚΓ
Μείζονα κριτήρια
Αρνητικά κύματα Τ στις δεξιές προκάρδιες απαγωγές (V1, V2 και V3) ή πέραν αυτών σε άτομα > 14 ετών [ελλείψει πλήρους αποκλεισμού δεξιού σκέλους (RBBB) με QRS ≥120 msec]
Κύμα έψιλον (αναπαραγώγιμο κύμα χαμηλού ύψους μεταξύ του τέλους του συμπλέγματος QRS και της έναρξης του κύματος Τ) στις δεξιές προκάρδιες απαγωγές (V1 - V3)
Ελάσσονα κριτήρια
Αρνητικά κύματα Τ στις απαγωγές V1 και V2 σε άτομα > 14 ετών (ελλείψει πλήρους RBBB) ή στη V4, V5 ή V6.
Αρνητικά κύματα Τ στις απαγωγές V1, V2, V3 και V4 σε άτομα> 14 ετών παρουσία πλήρους RBBB
Διάρκεια QRS ≥114 msec
Η διάρκεια του τελικού τμήματος του QRS ≥55 msec [μετράται από το χαμηλότερο σημείο (ναδίρ) του S κύματος έως το τέλος του QRS, συμπεριλαμβανομένου του R 'στη V1, V2 ή V3, απουσία πλήρους RBBB.
Υπερηχογράφημα
διδιάστατο-Μείζονα κριτήρια
Παρουσία τμηματικής ακινησίας, δυσκινητικής ή ανευρυσματικής περιοχής της ΔΚ και επιπλέον μία από τις ακόλουθες παραμέτρους κατά την τελοδιαστολή:- εύρος του χώρου εξόδου της δεξιάς κοιλίας στην παραστερνική τομή κατά το μακρύ άξονα (PLAX RVOT) ≥32mm [διορθωμένο βάσει της επιφάνειας σώματος (BSA): PLAX RVOT/ BSA ≥19 mm /m2 ] όπου BSA = body surface area: εμβαδό επιφάνειας σώματος, RVOT=right ventricular outflow tract: χώρος εξόδου της δεξιάς κοιλίας ,
ή
εύρος του χώρου εξόδου της δεξιάς κοιλίας στην παραστερνική τομή κατά το βραχύ άξονα (PSAX RVOT) ≥36mm (διορθωμένο βάσει BSA: PSAX RVOT/ BSA ≥21 mm / m2)
ή
- κλασματική
μεταβολή της επιφάνειας της δεξιάς κοιλίας στην τομή 4 κοιλοτήτων από την κορυφή
FAC RV
≤33% (FAC=fractional area change: κλασματική μεταβολή της
επιφάνειας/ RV=right ventricle: δεξιά κοιλία)
Υπερηχογράφημα διδιάστατο ελάσσονα κριτήρια
Παρουσία
τμηματικής ακινησίας, ή δυσκινητικής περιοχής της ΔΚ και μία από τις ακόλουθες παραμέτρους κατά την τελοδιαστολή
- PLAX RVOT
≥ 29mm έως <32 (διορθωμένο βάσει BSA ≥16 έως <19 mm /m2)
ή
- PSAX RVOT≥
32mm έως <36 (διορθωμένο βάσει BSA ≥18 έως 21 mm /m2)
ή
- κλασματική
μεταβολή της επιφάνειας της δεξιάς κοιλίας FAC RV >33% έως ≤40%
Στη μαγνητική τομογραφία καρδιάς (ΜRI)- μείζονα
κριτήρια
Παρουσία
τμηματικής ακινησίας, δυσκινητικής περιοχής της δεξιάς κοιλίας (ΔΚ) και μία από
τις ακόλουθες παραμέτρους:
Τελοδιαστολικός
όγκος της ΔΚ δια την επιφάνεια σώματος ΤΔΟ/ BSA ≥110 mL/m2 (άρρεν) ή ≥100 mL/m2 (θήλυ)
Κλάσμα
εξωθήσεως ΔΚ ≤ 40%
Στη μαγνητική τομογραφία καρδιάς –ελάσσονα κριτήρια
Παρουσία
τμηματικής ακινησίας, δυσκινητικής περιοχής ή ασύγχρονης συστολής της ΔΚ και
μία από τις ακόλουθες παραμέτρους:
ΤΔΟ/BSA ≥100 έως <110 mL/m2 (άρρεν)
or ≥ 90 έως <100 mL/m2 (θήλυ )
Κλάσμα
εξωθήσεως ΔΚ μεταξύ 40% και 45%
Στην δεξιά κοιλιογραφία-μείζονα κριτήρια
Παρουσία
τμηματικής ακινησίας, ή δυσκινητικής ή ανευρυσματικής περιοχής της ΔΚ
Χαρακτηριστικά του μυοκαρδιακού ιστού στην
ενδομυοκαρδιακή βιοψία-μείζον κριτήριο
Ινολιπώδης αντικατάσταση μυοκαρδιακού ιστού στην ενδομυοκαρδιακή βιοψία
Η τοποθέτηση εμφυτευμένου απινιδιστή (ICD), όταν υπάρχει ένδειξη, βελτιώνει σημαντικά την πρόγνωση σε αυτούς τους ασθενείς. Ένδειξη για εμφύτευση απινιδιστή υπάρχει σε ασθενείς με αρρυθμιογόνο μυκαρδιοπάθεια που διασώθηκαν από επεισόδιο καρδιακής ανακοπής ή κοιλιακής ταχυκαρδίας με αιμοδυναμική επιβάρυνση, αλλά και σε όσους έχουν εμφανίσει επεισόδιο εμμένουσας κοιλιακής ταχυκαρδίας χωρίς αιμοδυναμική επιβάρυση. Επίσης σε ασθενείς με αρρυθμιογόνο μυκαρδιοπάθεια που έχουν κάποιους από τους παρακάτω παράγοντες κινδύνου για αιφνίδιο θάνατο: Ιστορικό ανεξήγητων συγκοπτικών επεισοδίων, οικογενειακό ιστορικό αιφνιδίου θανάτου, ριπές μη εμμένουσας κοιλιακής ταχυκαρδίας, σοβαρή δυσλειτουργία της δεξιάς κοιλίας σε ηλικία μικρότερη των 35 ετών, σοβαρή δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας. Συμπληρωματικά μπορεί να χορηγηθεί και αντιαρρυθμική φαρμακευτική θεραπεία με σοταλόλη, αμιωδαρόνη, ή β- αναστολείς σε ασθενείς που έχουν συχνά επεισόδια αρρυθμίας. Επίσης σε κάποιους ασθενείς θα χρειασθεί φαρμακευτική αγωγή για την καρδιακή ανεπάρκεια πχ διουρητικά, ανταγωνιστές αλδοστερόνης, α-ΜΕΑ, κλπ.
Marra MP, Rizzo S, Bauce B, De Lazzari M, et al. Arrhythmogenic right ventricular cardiomyopathy.Herz. 2015;40(4):600–606.
VIDEO Αρρυθμιογόνος μυοκαρδιοπάθεια της δεξιάς κοιλίας (ή αρρυθμιογόνος δυσπλασία) -ARVC ή ARVD. Στο παρόν βίντεο παρουσιάζεται ένα ενδιαφέρον καρδιολογικό περιστατικό. Τα ευρήματα στο ΗΚΓ και στο υπερηχοκαρδιογράφημα, καθώς επίσης και τα διαγνωστικά κριτήρια για την ARVC (Taskforce-2010) παρουσιάζονται και αναλύονται. Παρουσιάζεται επίσης μια συνοπτική επισκόπηση της αξιολόγησης της λειτουργίας της δεξιάς κοιλίας με την ηχοκαρδιογραφία. (Για να παρακολουθήσετε το βίντεο σε πλήρη οθόνη, ξεκινήστε το βίντεο και κάνετε κλικ στο σύμβολο [] στην κάτω δεξιά γωνία).
Υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια ( hypertrophic cardiomyopathy)
Παρά το γεγονός ότι η υπερτροφική αποφρακτική μυοκαρδιοπάθεια (HOCM- Hypertrophic obstructive cardiomyopathy) χαρακτηρίζεται από αποφρακτικά φαινόμενα στην εξώθηση της αριστερής κοιλίας, όπως και η στένωση της αορτικής βαλβίδας, υπάρχει διαφορά στα χαρακτηριστικά του καρωτιδικού σφυγμού, μεταξύ των δύο παθήσεων. Αυτή η διαφορά οφείλεται στο γεγονός, ότι στην HOCM η απόφραξη κατά την εξώθηση είναι δυναμική (μεταβαλλόμενη στη διάρκεια της συστολής), ενώ στη στένωση της αορτικής βαλβίδας είναι σταθερή. Σε αντίθεση με την υπερτροφική αποφρακτική μυοκαρδιοπάθεια, όπου ο σφυγμός έχει ταχεία άνοδο, στη στένωση της αορτικής βαλβίδας έχει βραδεία άνοδο και μικρό μέγεθος.
Ελάττωση της έντασης του φυσήματος της HOCM προκαλεί η στάση οκλαδόν (squatting), που τείνει να αυξήσει τον όγκο της αριστερής κοιλίας, επειδή προκαλεί αύξηση των περιφερικών αγγειακών αντιστάσεων και κατά συνέπεια του μεταφορτίου (μεγαλύτερη αντίσταση στην εξώθηση της αριστερής κοιλίας). Αυτό οδηγεί σε συστολική εξώθηση μικρότερου ποσού αίματος, συνεπώς και σε μεγαλύτερο όγκο της αριστερής κοιλίας. Αντίθετα, στη στένωση της αορτικής βαλβίδας η στάση οκλαδόν αυξάνει την ένταση του φυσήματος.
ΒΙΝΤΕΟ : Παρουσιάζεται το ΗΚΓ και το υπερηχογράφημα ασθενούς με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια μη αποφρακτικού τύπου.
Άνδρας 40 ετών χωρίς καρδιολογικό ιστορικό. Παραπονείται για δύσπνοια σε μέτριας έντασης σωματική προσπάθεια και αίσθημα παλμών. Αντικειμενική εξέταση : Φυσιολογική αρτηριακή πίεση, ακρόαση : παρουσία 4ου καρδιακού τόνου, δεν ακούγονται φυσήματα. Στο ΗΚΓ (παρουσιάζεται στο βίντεο) διαπιστώνονται βαθιά αρνητικά κύματα Τ στις προκάρδιες απαγωγές. Τα υψηλά R στις V4, V5 με βαθύ S στη V1 είναι ενδεικτικά υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας.Στο υπερηχογράφημα παρατηρείται μετρίου βαθμού διάχυτη υπερτροφία της αριστερής κοιλίας, σχετικά πιο έκδηλη στο μεσοκοιλιακό διάφραγμα, με καλή συστολική λειτουργία Δεν παρατηρείται πρόσθια συστολική κίνηση (SAM) της μιτροειδούς βαλβίδας, ούτε ενδείξεις αυξημένων ταχυτήτων ροής στο χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας (η έγχρωμη απεικόνιση ροής δεν δείχνει εικόνα αυξημένης ταχύτητας ροής στο χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας, δηλ δεν δείχνει στροβιλώδη ροή με μωσαϊκό χρωμάτων). Η αορτική βαλβίδα είναι φυσιολογική, τρίπτυχη, με καλή λειτουργία. Η διαμιτροειδική ροή στο παλμικό doppler είναι ενδεικτική ήπιας διαστολικής δυσλειτουργίας (μη αναμενόμενης με βάση την ηλικία του ασθενούς) τύπου παράτασης χάλασης (E>A και αυξημένος χρόνος επιβράδυνσης DT). Οι ταχύτητες του ιστικού Doppler στο μιτροειδικό δακτύλιο είναι ενδεικτικές καλής συστολικής λειτουργίας, με συστολική ταχύτητα S=10 cm/s και ήπιας προς μετρίου βαθμού διαταραχής της διαστολικής λειτουργίας με πρωτοδιαστολική ταχύτητα E΄= 7 cm/s (ελαττωμένη). Η εξέταση holter εικοσιτετραώρου δεν έδειξε αρρυθμίες, εκτός από σχετικά συχνές εκτακτοσυστολές.
Ο ασθενής εμφάνισε βελτίωση (ελάττωση των συμπτωμάτων) με θεραπεία με β-αναστολέα (ατενολόλη 50 mg ημερησίως)
Πρόγνωση της υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας, παράγοντες κινδύνου για αιφνίδιο θάνατο και πρόληψη του αιφνιδίου θανάτου :
Υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια που είναι κλινικά σταθεροί, ασυμπτωματικοί και έχουν μικρό καρδιαγγειακό κίνδυνο. Συνολικά η ετήσια θνητότητα καρδιακής αιτιολογίας είναι περίπου 1%, ή και λίγο μικρότερη. Ωστόσο υπάρχουν ασθενείς με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια που έχουν ορισμένους παράγοντες κινδύνου που επιβαρύνουν την πρόγνωση και τους κατατάσσουν σε μία κατηγορία με σαφώς μεγαλύτερη ετήσια θνητότητα (πχ 4-6%). Ένας από τους παράγοντες που επιβαρύνουν την πρόγνωση είναι η μεγάλη συστολική κλίση πίεσης στο χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας, δηλ ≥50 mm Hg (που συσχετίζεται με μεγαλύτερο κίνδυνο κλινικής επιδείνωσης και σχετικά μεγαλύτερο κίνδυνο αιφνιδίου θανάτου).
Όπως είναι ευνόητο, ο πιο ισχυρός παράγοντας κινδύνου για αιφνίδιο θάνατο είναι το ιστορικό ανάνηψης μετά από καρδιακή ανακοπή και η αυτομάτως εμφανιζόμενη εμμένουσα κοιλιακή ταχυκαρδία. Σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει απόλυτη ένδειξη εμφύτευσης απινιδιστή (ICD), δηλαδή ένδειξη κατηγορίας 1 σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες.
Έχουν αναγνωριστεί ωστόσο σε ασθενείς με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια και ορισμένοι άλλοι μείζονες παράγοντες κινδύνου για αιφνίδιο θάνατο. Η παρουσία έστω και ενός (ή περισσοτέρων ) από αυτούς τους παράγοντες κινδύνου καθιστά λογική επιλογή την εμφύτευση απινιδιστή, με ένδειξη όχι απόλυτη, αλλά αρκετά ισχυρή (ένδειξη κατηγορίας ΙΙα με βάση τις κατευθυντήριες οδηγίες ACC-AHA για την υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια που δημοσιεύτηκαν το 2021).
Αυτοί οι μείζονες παράγοντες κινδύνου για αιφνίδιο θάνατο είναι οι παρακάτω:
►Το οικογενειακό ιστορικό αιφνιδίου θανάτου σε τουλάχιστον έναν στενό συγγενή ηλικίας ≤ 50 ετών, εφόσον ο θάνατος αυτός υπάρχει βεβαιότητα ή βάσιμη υποψία ότι οφειλόταν σε υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια.
►Ένα ή περισσότερα πρόσφατα συγκοπτικά επεισόδια τα οποία με βάση τα κλινικά τους χαρακτηριστικά (το ιστορικό) υπάρχει βάσιμη υποψία ότι μπορεί να είναι αρρυθμικά (μη οφειλόμενα σε νευροκαρδιογενή συγκοπή ή βαγοτονία, ή στην κλίση πίεσης στο χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας).
►Πολύ σοβαρή υπερτροφία, με το πάχος του υπερτροφικού τοιχώματος της αριστερής κοιλίας σε οποιαδήποτε περιοχή να είναι ≥ 30 mm,
►Η παρουσία ανευρύσματος στην κορυφή της αριστερής κοιλίας ανεξάρτητα από το μέγεθος του ανευρύσματος. (Αυτό μπορεί να παρατηρηθεί σε περιπτώσεις όπου η υπερτροφία εντοπίζεται κυρίως στη μεσότητα περίπου της αριστερής κοιλίας και δημιουργεί αποφρακτικά φαινόμενα με ενδοκοιλοτική κλίση πίεσης κατά τη συστολή σε αυτή την περιοχή. Το ανεύρυσμα σχετίζεται με δύο κινδύνους, τον αρρυθμικό κίνδυνο έναρξης κοιλιακής ταχυκαρδίας από την περιοχή γύρω από τα όρια του ανευρύσματος και τον κίνδυνο δημιουργίας θρόμβου στην κορυφή της αριστερής κοιλίας με συνεπακόλουθο θρομβοεμβολικό επεισόδιο)
Πρόσθετοι παράγοντες κινδύνου που μπορούν να συνεκτιμηθούν στην απόφαση για τοποθέτηση εμφυτευμένου απινιδιστή ICD :Σε ασθενείς με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια που δεν έχουν τους παραπάνω μείζονες παράγοντες κινδύνου για αιφνίδιο καρδιακό θάνατο, ή σε εκείνους στους οποίους ακόμα και αν έχουν κάποιον από τους παράγοντες κινδύνου κατά την κρίση του θεράποντος ιατρού η απόφαση για ενδεχόμενη τοποθέτηση ICD παραμένει αβέβαιη ισχύει το εξής: Με βάση τις κατευθυντήριες οδηγίες εμφύτευση ICD μπορεί να εξεταστεί σαν μια αρκετά δικαιολογημένη θεραπευτική στρατηγική σε ασθενείς που έχουν κάποιον από τους δύο παρακάτω παράγοντες:
Καταγραφή σε εξέταση Holter μίας ή περισσοτέρων ριπών μη εμμένουσας κοιλιακής ταχυκαρδίας [ιδιαίτερα αν ριπή μη εμμένουσας κοιλιακής ταχυκαρδίας (NSVT) αποτελείται από 7 ή περισσότερους παλμούς, είναι σχετικά ταχεία πχ με καρδιακή συχνότητα ≥ 170/λεπτό ή υπάρχουν πολλαπλές ριπές NSVT].
Παρουσία στη μαγνητική τομογραφία καρδιάς (cardiac magnetic resonance-CMR) εκτεταμένης μυοκαρδιακής περιοχής που εμφανίζει καθυστερημένη ενίσχυση γαδολινίου (LGE = late gadolinium enhancement). Η καθυστερημένη ενίσχυση με γαδολίνιο αναδεικνύει περιοχές μυοκαρδιακής ουλής και στην περίπτωση της υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας θεωρείται εκτεταμένη όταν αφορά > 10-15% του μυοκαρδίου της αριστερής κοιλίας.
Άλλοι δευτερεύοντες παράγοντες κινδύνου που μπορούν να συνεκτιμηθούν στα πλαίσια της εκτίμησης της πρόγνωσης και του κινδύνου για αιφνίδιο θάνατο είναι:
-Η μεγάλη συστολική κλίση πίεσης στο χώρο εξόδου ≥ 50 mmHg,
-Η διάταση του αριστερού κόλπου
- Οι ενδείξεις ισχαιμίας (συνήθως οφειλόμενης στην υπερτροφία και τη διαταραχή της μικροκυκλοφορίας) με ανάδειξη ελλειμμάτων αιματώσεως στο σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου,
-Η παθολογική ανταπόκριση της αρτηριακής πίεσης στην άσκηση (δηλ αδυναμία ανόδου της συστολικής πίεσης κατά τουλάχιστον 25 mm Hg σε σχέση με την αρχική, ή ελάττωση της συστολικής πίεσης κατά την άσκηση)
- Η ανεύρεση γονιδιακής μετάλλαξης υψηλού κινδύνου κατά τον γενετικό έλεγχο. Η αυτοματοποιημένη μέθοδος διαστρωμάτωσης κινδύνου για την υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια ( the HCM Risk-SCD tool) που συνιστάται από τις κατευθυντήριες οδηγίες της ESC του 2014 είναι μια προσπάθεια υπολογισμού του εκτιμώμενου πενταετούς κινδύνου αιφνίδιου θανάτου. H μέθοδος αυτή είναι χρήσιμη για υποβοήθηση της διαδικασίας λήψης απόφασης για τοποθέτηση ICD σε ασθενείς ηλικίας ≥16 ετών με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια (HCM) και με ≥1 μείζονες παράγοντες κινδύνου για αιφνίδιο καρδιακό θάνατο, οι οποίοι δεν έχουν εμφανίσει κοιλιακή μαρμαρυγή ή εμμένουσα κοιλιακή ταχυκαρδία (αφού σε αυτή την περίπτωση η τοποθέτηση ICD έχει σαφή ένδειξη) . Με αυτή τη μέθοδο οι ασθενείς κατατάσσονται σε μία από τις τρεις παρακάτω κατηγορίες κινδύνου πενταετούς κινδύνου για αιφνίδιο θάνατο: χαμηλού κινδύνου <4%, ενδιάμεσου κινδύνου 4% έως 6% και υψηλού κινδύνου > 6%. Σύμφωνα με αυτή τη διαστρωμάτωση δεν συνιστάται ICD για την ομάδα χαμηλού κινδύνου, ενώ μπορεί να σκεφτεί κανείς ενδεχόμενη τοποθέτησή του ( με συνεκτίμηση και άλλων παραμέτρων κινδύνου που αναφέρονται παραπάνω) για τους ασθενείς της ομάδας ενδιάμεσου κινδύνου. Για τους ασθενείς της ομάδας υψηλού κινδύνου σ υνιστάται η εμφύτευση ICD. Ωστόσο αυτή η μέθοδος συνιστάται να χρησιμοποιείται μόνο επιβοηθητικά και όχι σαν το μόνο κριτήριο λήψης απόφασης, επειδή υποεκτιμά τον κίνδυνο σε κάποιους από τους ασθενείς (πχ σε εκείνους που έχουν ανεύρυσμα κορυφής αριστ. κοιλίας), ενώ δεν λαμβάνει υπόψη κάποιους από τους παράγοντες κινδύνου που καθιερώθηκαν από μεταγενέστερες μελέτες. Ο υπολογισμός του κινδύνου αιφνιδίου θανάτου σε ασθενείς με HCM μπορεί να γίνει μέσω αυτού του συνδέσμου που οδηγεί στην αντίστοιχη ιστοσελίδα: HCM Risk-SCD
Θεραπεία της υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας:
Αντί για τους β-αναστολείς, μπορούν να δοθούν, με περίπου την ίδια αποτελεσματικότητα, αναστολείς διαύλων ασβεστίου που δεν ανήκουν στις διυδροπυριδίνες, όπως η βεραπαμίλη και η διλτιαζέμη.
Σε ασθενείς με κλίση πίεσης στο χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας: Η κλίση πίεσης ελαττώνεται με τη χορήγηση β-αναστολέα ή βεραπαμίλης ή διλτιαζέμης (έχουν αρνητική ινότροπη δράση, δηλ ελαττώνουν τη συσταλτικότητα του μυοκαρδίου και με αυτό τον τρόπο ελαττώνουν και την κλίση πίεσης σε HOCM). Σε μεγάλη κλίση πίεσης που προκαλεί συμπτώματα, μπορεί να προστεθεί στη θεραπεία με ένα από τα παραπάνω φάρμακα και η δισοπυραμίδη (αντιαρρυθμικό φάρμακο που έχει σημαντική αρνητική ινότροπη δράση και έτσι μειώνει την κλίση πίεσης).
Η συνιστώμενη αρχική δόση είναι 5 mg x 1 φορά την ημέρα ανεξάρτητα από τη λήψη ή όχι τροφής. Αναλόγως ανταπόκρισης του ασθενούς η δόση μπορεί να ελαττωθεί στα 2,5 mg, ή να αυξηθεί στα 10 mg ή 15 mg x 1 φορά την ημέρα.
Σε ασθενείς που λαμβάνουν μαβακαμτένη, το φάρμακο συστήνεται να διακόπτεται εάν το LVEF μειωθεί σε τιμή < 50% σε οποιαδήποτε επίσκεψη, ή αν ο ασθενής εμφανίσει συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας, ή επιδείνωση της κλινικής του κατάστασης. Ταυτόχρονη χρήση mavacamten με ορισμένους αναστολείς του κυτοχρώματος P450 μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας από συστολική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας.
Για τις υπερκοιλιακές αρρυθμίες φάρμακα εκλογής είναι οι β-αναστολείς και η αμιωδαρόνη, φάρμακα που προσφέρουν καλά θεραπευτικά αποτελέσματα σε αυτές τις περιπτώσεις. Αντίθετα, δεν μειώνουν τον κίνδυνο αιφνιδίου θανάτου σε ασθενείς με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια. Τα άλλα αντιαρρυθμικά φάρμακα δεν έχουν ένδειξη, επειδή σε οργανική καρδιοπάθεια έχουν κίνδυνο προαρρυθμικής δράσης (δηλαδή κίνδυνο πρόκλησης σοβαρών κοιλιακών αρρυθμιών). Στην περίπτωση κολπικού πτερυγισμού ή κολποκοιλιακής ταχυκαρδίας επανεισόδου, συνήθως είναι αποτελεσματική η θεραπεία κατάλυσης. Σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή απαιτείται αντιπηκτική αγωγή, για πρόληψη εμβολικού επεισοδίου.
Σε περίπτωση εμμένουσας κοιλιακής ταχυκαρδίας η καλύτερη επιλογή είναι η εμφύτευση απινιδιστή, ενώ αποτελεσματική είναι και η αμιωδαρόνη (ελαττώνει τη συχνότητα των επεισοδίων μη εμμένουσας ή εμμένουσας κοιλιακής ταχυκαρδίας και τη συχνότητα των χορηγούμενων από τον απινιδιστή αντιταχυκαρδικών βηματοδοτήσεων ή απινιδώσεων).
Χειρουργική διαφραγματική μυεκτομή:
Είναι η χειρουργική εκτομή του τμήματος του υπερτροφικού μεσοκοιλιακού διαφράγματος που συμμετέχει στη δυναμική στένωση του χώρου εξόδου της αριστερής κοιλίας. Είναι θεραπεία εκλογής σε ασθενείς με υπερτροφική αποφρακτική μυοκαρδιοπάθεια και μεγάλη κλίση πίεσης, που παρά τη βέλτιστη δυνατή φαρμακευτική αγωγή, έχουν επίμονα και σοβαρά συμπτώματα στη σωματική δραστηριότητα, που τους περιορίζουν σημαντικά τη δραστηριότητα. Με τη χειρουργική μυεκτομή διευρύνεται ο χώρος εξόδου, υποχωρεί η κλίση πίεσης και παύει η ανεπάρκεια μιτροειδούς που οφείλεται στην πρόσθια συστολική κίνηση.
Έχει μικρή συχνότητα επιπλοκών (<5%), και μικρή εγχειρητική θνητότητα (<1%).
.Εναλλακτικά (με την ίδια ένδειξη), αντί για τη χειρουργική μυεκτομή, μπορεί να αποφασισθεί η κατάλυση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος με αλκοόλη (alcohol septal ablation), με απόφραξη του πρώτου ή του δεύτερου διαφραγματικού κλάδου του προσθίου κατιόντα. Αυτή είναι μία διαδερμική επέμβαση (με καθετηριασμό), στην οποία γίνεται έγχυση αιθανόλης στο διαφραγματικό κλάδο που αιματώνει το υπερτροφικό μυοκάρδιο της περιοχής του μεσοκοιλιακού διαφράγματος που συμμετέχει στην απόφραξη του χώρου εξόδου. Προκαλείται, δηλαδή, έμφραγμα στο τμήμα του μεσοκοιλιακού, το οποίο προσεγγίζει στη συστολή η μιτροειδής βαλβίδα κατά την πρόσθια συστολική κίνησή της. Προκαλείται αρχικά ακινησία και στη συνέχεια ουλοποίηση με λέπτυνση στη συγκεκριμένη περιοχή του μεσοκοιλιακού διαφράγματος. Η κλίση πίεσης στο χώρο εξόδου μειώνεται σημαντικά. Κύρια επιπλοκή είναι η πρόκληση πλήρους κολποκοιλιακού αποκλεισμού (που απαιτεί τοποθέτηση μόνιμου βηματοδότη). Αυτό συμβαίνει περίπου στο 5-10 % των περιπτώσεων. Η βραχυπρόθεσμη θνητότητα αυτής της επέμβασης είναι περίπου 2%.
Η κολποκοιλιακή βηματοδότηση (βηματοδότηση δύο κοιλοτήτων) για ελάττωση δυναμικής απόφραξης του χώρου εξόδου της αριστερής κοιλίας που προκαλεί σημαντικά συμπτώματα, εφαρμόζεται μόνο σε ασθενείς που έχουν αντένδειξη για την χειρουργική μυεκτομή ή την κατάλυση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος. Η μέθοδος αυτή προσφέρει μακροχρόνια οφέλη μόνο στο 30% των ασθενών, στους οποίους εφαρμόζεται και δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί πριν την εφαρμογή της, ποιοι θα είναι οι ασθενείς που θα ωφεληθούν. Ο μηχανισμός δράσης της είναι η μεταβολή της σειράς στη διέγερση των κοιλιών, η οποία πλέον γίνεται από την κορυφή προς τη βάση. Αυτό, σε κάποιους ασθενείς, μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των αποφρακτικών φαινομένων στο χώρο εξόδου και σε δυνητική αναδιαμόρφωση με διεύρυνση του χώρου εξόδου.
Θεραπεία της μη αποφρακτικής υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας
Η πλειονότητα των ασθενών με υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια δεν έχουν απόφραξη στο χώρο εξόδου. Φαρμακευτική θεραπεία δίνεται αν εμφανισθούν συμπτώματα, τα οποία συνήθως είναι είτε συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας από διαστολική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας, είτε κολπικές αρρυθμίες, ή και τα δύο. Συνήθως δίνονται διουρητικά για τη μείωση της συμφόρησης και β-αναστολείς για την ελάττωση της καρδιακής συχνότητας και την αύξηση του χρόνου διαστολικής πλήρωσης των κοιλιών. Υπάρχουν και κάποια στοιχεία ότι τα φάρμακα που αναστέλλουν τον άξονα ρενίνης αγγειοτασίνης αλδοστερόνης, ενδεχομένως έχουν ευνοϊκή επίδραση στη διαστολική λειτουργία της αριστερής κοιλίας. Σε περιπτώσεις που υπάρχουν επίμονα και προοδευτικά επιδεινούμενα σοβαρά συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας, μία τελική επιλογή είναι η μεταμόσχευση της καρδιάς.
Περιοριστική μυοκαρδιοπάθεια
Αμυλοείδωση
Παθογένεση και εκδηλώσεις της καρδιακής αμυλοείδωσης
1. Κλινική εικόνα καρδιακής ανεπάρκειας με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης η οποία συχνά έχει τα χαρακτηριστικά της περιοριστικής μυοκαρδιοπάθειας, με δύσπνοια προσπαθείας (συχνά σε μικρή προσπάθεια), οιδήματα, ηπατομεγαλία και αύξηση του ύψους της σφαγιτιδικής στήλης, λόγω αυξημένης κεντρικής φλεβικής πίεσης.
2. Κλινική εικόνα συστολικής καρδιακής ανεπάρκειας μπορεί να εμφανισθεί σε προχωρημένα στάδια της νόσου με δύσπνοια, οίδημα, τρίτο καρδιακό τόνο, συστολικό φύσημα κορυφής από λειτουργική ανεπάρκεια της μιτροειδούς, χαμηλή πίεση σφυγμού (η διαφορά της συστολικής μείον τη διαστολική πίεση) λόγω ελαττωμένης καρδιακής παροχής και υπερηχογραφική εικόνα διάχυτης ελάττωσης της συσταλτικότητας.
3. Ορθοστατική υπόταση (που μπορεί να προκαλέσει συγκοπτικά επεισόδια) λόγω διήθησης από αμυλοειδές του αυτονόμου νευρικού συστήματος.
4. Αρρυθμιολογικές διαταραχές από προσβολή του συστήματος αγωγής. Είναι η λιγότερο συχνή εκδήλωση της νόσου. Μπορεί να προκληθεί κολποκοιλιακός αποκλεισμός ή κακοήθεις κοιλιακές αρρυθμίες με συνέπεια την εμφάνιση συγκοπτικών επειδοδίων, που αποτελούν δυσμενή προγνωστικό δείκτη επειδή συχνά προαναγγέλουν σοβαρότερα συμβάντα, όπως ο αιφνίδιος θάνατος. Ο τελευταίος μπορεί να προκληθεί από κακοήθεις κοιλιακές αρρυθμίες ή πλήρη κολποκοιλιακό αποκλεισμό.
Κατηγορίες συστηματικής αμυλοείδωσης με βάση τη σύσταση της αμυλοειδούς πρωτεϊνης και οι εκδηλώσεις τους:
1) Η πρωτοπαθής αμυλοείδωση (AL) είναι η συχνότερη μορφή συστηματικής αμυλοειδωσης και οφείλεται σε μονοκλονική πλασματοκυτταρική διαταραχή: Το αμυλοειδές είναι τμήμα ανοσοσφαιρίνης, συνήθως ελαφράς αλύσου. Υπάρχει πολλαπλό μυέλωμα σε ποσοστό περίπου 15% των ασθενών. Επίσης, 10-20% των ασθενών με πολλαπλό μυέλωμα εμφανίζουν αμυλοείδωση τύπου AL.Μπορούν να προσβληθούν: το δέρμα (κάποιοι ασθενείς έχουν χαρακτηριστικές εκχυμώσεις γύρω από τα μάτια -"racoon eyes"), τα περιφερικά νεύρα (περιφερική νευροπάθεια με ελαττωμένη αισθητικότητα και παραισθησίες των δακτύλων χεριών και ποδιών, ενδεχόμενη προσβολή του αυτόνομου νευρικού συστήματος με ορθοστατική υπόταση, στυτική δυσλειτουργία, ή διαταραχές της εφίδρωσης και της κινητικότητας του γαστρεντερικού συστήματος), η καρδιά (όπως περιγράφεται παραπάνω), οι νεφροί (πρωτεϊνουρία >0,5 g/24ωρο χωρίς να υπάρχει άλλη αιτία όπως διαβήτης ή χρόνια υπέρταση, νεφρωσικό σύνδρομο με γενικευμένο οίδημα, πρωτεϊνουρία και υπολευκωματιναιμία ή νεφρική ανεπάρκεια), το ήπαρ (ανώδυνη ηπατομεγαλία με συνήθως φυσιολογικές τις τιμές ηπατικών ενζύμων, κάποτε πυλαία υπέρταση με ασκίτη και κιρσούς οισοφάγου), το πεπτικό σύστημα (διόγκωση της γλώσσας, διαταραχές της γαστρεντερικής κινητικότητας, δυσαπορρόφηση με απώλεια βάρους, ή ψευδοαπόφραξη) και οι πνεύμονες (εστιακά πνευμονικά οζία ή διάχυτες κυψελιδικές εναποθέσεις).
2) Η δευτεροπαθής αμυλοείδωση (ΑΑ) είναι αντιδραστική στην παρουσία χρόνιας φλεγμονής και παρουσιάζεται στα πλαίσια λοίμωξης (όπως φυματίωση, χρόνιες λοιμώξεις αναπνευστικού σε έδαφος βρογχεκτασιών, οστεομυελίτιδα, λέπρα), σε χρόνια φλεγμονώδη νόσο (όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η νόσος του Crohn και ο οικογενής μεσογειακός πυρετός), ή σε κακοήθη νεοπλασματική νόσο (αιματολογική κακοήθεια ή καρκίνος συμπαγούς οργάνου). Το αμυλοειδές προέρχεται από την αποδόμηση του αμυλοειδούς Α του ορού, που είναι πρωτεϊνη οξείας φάσεως, της οποίας η σύνθεση από το ήπαρ αυξάνεται υπό την επίδραση διαφόρων φλεγμονωδών κυτοκινών (ιντερλευκίνες 1 και 6, TNF). Στη δευτεροπαθή αμυλοείδωση προσβάλλονται κυρίως οι νεφροί (λευκωματουρία ή νεφρική ανεπάρκεια) και το ήπαρ, ενώ προσβολή της καρδιάς συμβαίνει σπάνια.
Άλλες πολύ σπάνιες κληρονομικές μορφές αμυλοείδωσης προκαλούνται από εναπόθεση μεταλλαγμένων μορφών πρωτεϊνών, όπως της απολιποπρωτεϊνης Α-1, της λυσοζύμης κ.α.
Η διάγνωση της αμυλοείδωσης
Σε υποψία για αμυλοείδωση η διάγνωση τίθεται με βιοψία υποδορίου λίπους της κοιλιάς, ή του βλεννογόνου του ορθού, ή των χειλέων (άλλες θέσεις βιοψίας: Μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να γίνει βιοψία του προσβεβλημένου οργάνου , πχ ήπαρ, νεφροί, καρδιά). Η βιοψία και χρώση με ερυθρό του Congo δείχνει αν υπάρχει αμυλοείδωση, δηλαδή εναπόθεση αμυλοειδούς στους ιστούς. Ωστόσο χρειάζονται και άλλες εξετάσεις για να διευκρινισθεί ο τύπος του αμυλοειδούς . Δηλαδή χρειάζεται να διακριθεί αν πρόκειται για πρωτοπαθή ή δευτεροπαθή αμυλοείδωση ή αμυλοείδωση από εναπόθεση τρανσθυρετίνης ( του φυσικού "άγριου" τύπου της τρανσθυρετίνης ή της μεταλλαγμένης μορφής της), αφού αυτές οι κατηγορίες αμυλοείδωσης χαρακτηρίζονται από διαφορετική σύσταση της αμυλοειδούς πρωτεϊνης. Μία από αυτές τις εξετάσεις είναι η ανοσοηλεκτροφόρηση (ανοσοκαθήλωση) πρωτεϊνών ορού και ούρων, με την οποία ελέγχεται αν υπάρχει μονοκλωνική ανοσοσφαιρίνη, η οποία όταν ανευρίσκεται αποτελεί ένδειξη ότι πρόκειται για πρωτοπαθή αμυλοείδωση (AL). Επίσης σε υποψία αμυλοείδωσης AL γίνεται προσδιορισμός των ελεύθερων ελαφρών αλυσίδων (free light chains-FLC) ανοσοφαιρίνης του ορού οι οποίες σε αυτούς τους ασθενείς βρίσκονται αυξημένες με διαταραχή του λόγου κ : λ. Αν σε κάποιον ασθενή με κλινική εικόνα και απεικονιστικά ευρήματα αμυλοείδωσης αυτές οι εξετάσεις δείξουν την ύπαρξη παραπρωτεϊνης στο αίμα , τότε αυτό συνηγορεί υπέρ της πρωτοπαθούς (AL) αμυλοείδωσης.
Για ΗΚΓ και υπερηχογράφημα σε αμυλοείδωση κάνετε κλίκ παρακάτω:
ΒΙΝΤΕΟ : Ασθενής με περιοριστική μυοκαρδιοπάθεια, που αποδείχθηκε (και με ενδομυοκαρδιακή βιοψία) ότι οφειλόταν σε αμυλοείδωση καρδιάς:Παρουσιάζονται τα ευρήματα στο ΗΚΓ, την ακτινογραφία θώρακα (όπου παρατηρείται και πλευριτική συλλογή υγρού λόγω καρδιακής ανεπάρκειας) και το υπερηχογράφημα καρδιάς ( Ο ασθενής είχε κλινική εικόνα καρδιακής ανεπάρκειας με δύσπνοια και οίδημα. Στο ΗΚΓ βλέπουμε χαμηλά δυναμικά στις απαγωγές των άκρων και φτωχή πρόοδο των R στις προκάρδιες απαγωγές. Στο υπερηχογράφημα πάχυνση του μυοκαρδίου και των καρδιακών βαλβίδων, γυαλιστερή κοκκώδης υφή του παχυσμένου μυοκαρδίου, ικανοποιητική συνολική συστολική λειτουργία της αριστερής κοιλίας και διάταση των κόλπων (εδώ κυρίως του αριστερού). Υπάρχει καρδιακή ανεπάρκεια από σοβαρή διαστολική δυσλειτουργία, η οποία φαίνεται από το περιοριστικό πρότυπο διαμιτροειδικής ροής με κύμα Ε μεγαλύτερο από το διπλάσιο του Α και χρόνο επιβράδυνσης του κύματος Ε ελαττωμένο <150 msec. Επίσης στο ιστικό Doppler του μιτροειδικού δακτυλίου βλέπουμε σημαντικά ελαττωμένη πρωτοδιαστολική ταχύτητα Ε΄, που δείχνει σοβαρή διαστολική δυσλειτουργία. Ελαττωμένη είναι και η συστολική ταχύτητα S, εύρημα γενικά συχνό σε μυοκαρδιοπάθειες.
Καρδιακή σαρκοείδωση
Οι πάσχοντες από τη μυοκαρδιοπάθεια της νόσου Danon έχουν κακή πρόγνωση. Παρουσιάζουν συνήθως εικόνα υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας με πολύ σοβαρή υπερτροφία των τοιχωμάτων της αριστερής κοιλίας και μία σταδιακά επιδεινούμενη κλινική εικόνα καρδιακής ανεπάρκειας που αρχίζει με δύσπνοια προσπαθείας και τελικά εξελίσσεται σε κλινική εικόνα καρδιακής ανεπάρκειας τελικού σταδίου συνήθως στην τρίτη δεκαετία της ζωής (με αποτέλεσμα συνήθως να μην επιβιώνουν πέραν της τρίτης δεκαετίας, εκτός αν υποβληθούν σε μεταμόσχευση καρδιάς).
Οι υπεύθυνες μεταλλάξεις προκαλούν μεγάλη μείωση ή έλλειψη μίας πρωτεΐνης των κυττάρων που λέγεται LAMP-2 (lysosome-associated membrane protein 2, δηλ. μεμβρανική πρωτεΐνη σχετιζόμενη με τα λυσοσώματα). Η έλλειψη αυτής της πρωτεΐνης προκαλεί διαταραχή μιας κυτταρικής διεργασίας που λέγεται αυτοφαγία (autophagy), η οποία αποσκοπεί στην αποδόμηση ελαττωματικών ή περιττών τμημάτων ή ουσιών του κυττάρου και γίνεται σε κυτταρικά οργανίδια που λέγονται λυσοσώματα. Η διαταραχή της αυτοφαγίας οδηγεί σε συσσώρευση στα κύτταρα περιττών μη λειτουργικών συστατικών και σε συνεπακόλουθη δυσλειτουργία των κυττάρων.
Στο ΗΚΓ μπορεί να υπάρχουν αρρυθμίες (κολπικές ή κοιλιακές) ενώ συχνό εύρημα είναι και η ηλεκτροκαρδιογραφική εικόνα προδιέγερσης (Wolff-Parkinson-White).
Στο υπερηχογράφημα καρδιάς συνήθως υπάρχει εικόνα σοβαρής συγκεντρικής υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας.
Θεραπεία:
Έως σήμερα δεν υπάρχει εγκεκριμένη ειδική θεραπεία και γίνεται η ίδια αντιμετώπιση που εφαρμόζεται γενικά στην υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια και στην καρδιακή ανεπάρκεια (με προσοχή στην αποφυγή έντονης διουρητικής αγωγής). Σε προχωρημένα στάδια έχουν ένδειξη οι συσκευές μηχανικής υποβοήθησης της αριστερής κοιλίας ( LVAD) και η μεταμόσχευση καρδιάς. Μελέτη για ενδεχόμενη γονιδιακή θεραπεία βρίσκεται σε εξέλιξη.
Μυοκαρδίτιδα (Myocarditis)`
Μυοκαρδιακή δυσλειτουργία που επέρχεται ως συνέπεια λοίμωξης ή φλεγμονής του μυοκαρδίου, συνήθως ιογενούς (δηλαδή οφειλόμενης σε προσβολή της καρδιάς στα πλαίσια μιας οξείας ιογενούς λοίμωξης ή μιας ανοσολογικής αντίδρασης που ακολουθεί ως συνέπεια της λοίμωξης), ή ως συνέπεια φλεγμονώδους διεργασίας στο μυοκάρδιο οφειλόμενης σε άλλους λοιμώδεις ή σε μη λοιμώδεις παράγοντες. Φλεγμονή του μυοκαρδίου, δηλαδή μυοκαρδίτιδα, μπορεί να προκληθεί και από άλλους παθογόνους μικροοργανισμούς, αλλά και από μη λοιμώδη αίτια (φάρμακα και χημικές ουσίες, φυσικοί παράγοντες, ή αυτοάνοση φλεγμονώδη νόσο). Σε ορισμένες περιπτώσεις πιθανώς συμβάλλει και κάποια γενετική προδιάθεση.
Κλινική εικόνα της μυοκαρδίτιδας:
Θεραπεία της μυοκαρδίτιδας
Νόσος Kawasaki
Εκδηλώσεις που μπορεί να υπάρχουν:
Ερύθημα επιπεφυκότων (αμφοτερόπλευρη επιπεφυκίτις) και στόματος, δερματίτιδα παλαμών και πελμάτων, πυρετός, λεμφαδενοπάθεια, διάχυτο ερυθηματώδες εξάνθημα. Η νόσος είναι συνήθως αυτοπεριοριζόμενη, ο πυρετός συνοδεύεται από ανορεξία και έχει μέση διάρκεια 12 ημερών.
Στην υποξεία φάση της νόσου (10-20 ημέρες μετά την έναρξη του πυρετού) παρατηρείται αποφολίδωση στο δέρμα χεριών και πελμάτων.
Η ΤΚΕ και η cRP συνήθως είναι σημαντικά αυξημένες. Θρομβοκυττάρωση (αύξηση των αιμοπεταλίων) μπορεί να εμφανισθεί (συνήθως είναι πιο έκδηλη τη δεύτερη εβδομάδα μετά την έναρξη του πυρετού).
Στην οξεία φάση το υπερηχογράφημα καρδιάς συνήθως δεν δείχνει στεφανιαία ανευρύσματα, αλλά μπορεί να δείξει διάχυτη διάταση των στεφανιαίων αρτηριών και σημεία καρδίτιδας (μεγαλοκαρδία, ή βαθμός διάχυτης ελάττωσης συσταλτικότητας). Σε περίπτωση σοβαρής προσβολής των στεφανιαίων αρτηριών και απόφραξης από θρόμβο στεφανιαίας αρτηρίας μπορεί να υπάρχουν τμηματικές διαταραχές της κινητικότητας του μυοκαρδίου. Επίσης μπορεί να διαπιστωθεί υπερηχογραφικώς ανεπάρκεια μιτροειδούς ή περικαρδιακή συλλογή. Η περικαρδιακή συλλογή συνήθως είναι μετρίου βαθμού ενώ ο επιπωματισμός είναι σπάνιος.
Η ανεπάρκεια της μιτροειδούς ή της τριγλώχινας βαλβίδας είναι συχνό εύρημα στην οξεία φάση της νόσου. Συνήθως είναι ήπια και οφείλεται σε φλεγμονή της βαλβίδας ή σε μυοκαρδίτιδα. Μπορεί να διαπιστωθεί σοβαρή ανεπάρκεια μιτροειδούς σε περίπτωση δυσλειτουργίας θηλοειδούς μυός οφειλόμενης σε μυοκαρδιακή ισχαιμία. Μπορεί να υπάρχει και ανεπάρκεια αορτικής βαλβίδας (συχνότερα ήπια λόγω φλεγμονής της βαλβίδας ή αορτίτιδας (φλεγμονής της αορτικής ρίζας).
Το υπερηχογράφημα καρδιάς πρέπει να επαναληφθεί περίπου 4-6 εβδομάδες μετά την έναρξη της νόσου, επειδή τα ανευρύσματα των στεφανιαίων αρτηριών παρουσιάζουν σχετικά καθυστερημένη εμφάνιση.
Η υπερηχογραφική εξέταση των στεφανιαίων αρτηριών πρέπει να γίνεται με ρύθμιση του μορφοτροπέα στην υψηλότερη δυνατή συχνότητα υπερήχων και με χαμηλή ενίσχυση του σήματος των υπερήχων ( χαμηλό gain). Η απεικόνιση του στελέχους της αριστερής στεφανιαίας αρτηρίας και των αρχικών τμημάτων του προσθίου κατιόντα και της περισπωμένης στεφανιαίας αρτηρίας γίνεται στην αριστερή παραστερνική τομή κατά το βραχύ άξονα στο ύψος της αορτικής ρίζας, συνήθως με μικρή ωρολογιακή στροφή του μορφοτροπέα. Σε αυτή την τομή όταν διακρίνεται ο διχασμός του στελέχους, ο πρόσθιος κατιόντας φαίνεται προς τα άνω όπως κοιτάζουμε την υπερηχογραφική εικόνα ενώ η περισπωμένη πριος τα κάτω προσευόμενη κοντά στον αριστερό κόλπο (αφού πορεύεται στην αριστερή κολποκοιλιακή αύλακα). Επίσης το στέλεχος και τα αρχικά τμήματα του προσθίου κατιόντα και της περισπωμένης μπορούν να απεικονισθούν και σε τροποποιημένη αριστερή παραστερνική τομή κατά το μακρύ άξονα με γωνίωση προς τα αριστερά (του ασθενούς) δηλαδή προς την κατεύθυνση της πνευμονικής αρτηρίας. Η περισπωμένη πορευόμενη στην πρόσθια αριστερή κολποκοιλιακή αύλακα μπορεί να απεικονισθεί από την κορυφαία τομή των 4 κοιλοτήτων με πρόσθια γωνίωση του επιπέδου της τομής (δηλαδή με ελαφρά γωνίωση προς την κατεύθυνση της πρόσθιας επιφάνειας του σώματος του ασθενούς). Το εγγύς τμήμα της δεξιάς στεφανιαίας αρτηρίας διακρίνεται στην αριστερή παραστερνική τομή κατά το βραχύ άξονα στο ύψος της αορτικής ρίζας και με ελαφρά ωρολογιακή στροφή του μορφοτροπέα μπορεί να απεικονισθεί σε λίγο μεγαλύτερο μήκος η αρτηρία. Επίσης η εγγύς δεξιά στεφανιαία αρτηρία μπορεί να απεικονισθεί πορευόμενη στην δεξιά πρόσθια κολποκοιλιακή αύλακα από την κορυφαία τομή των 4 κοιλοτήτων με πρόσθια γωνίωση του επιπέδου της τομής. Το άπω τμήμα της δεξιάς στεφανιαίας αρτηρίας μπορεί να απεικονισθεί πορευόμενο στο οπίσθιο δεξιό τμήμα της κολποκοιλιακής αύλακας από την κορυφαία τομή των 4 κοιλοτήτων με οπίσθια γωνίωση του επιπέδου της τομής.
Maron BJ, Towbin JA, et al Contemporary Definitions and Classification of the Cardiomyopathies. Circulation. 2006;113:1807-1816 (AHA SCIENTIFIC STATEMENT)
ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ http://circ.ahajournals.org/content/113/14/1807
Nishimura RA, Holmes DR. Hypertrophic obstructive cardiomyopathy. N Engl J Med. 2004;350:1320-1327.
Watkins H, Ashrafian H, Redwood C. Inherited cardiomyopathies. N Engl J Med 2011;
364:1643–1656.
Marcus FI, McKenna WJ, Sherrill D, et al. Diagnosis of arrhythmogenic right ventricular cardiomyopathy/dysplasia: proposed modification of the task force criteria. Circulation. 2010;121:1533-1541
Kushwaha SS, Fallon JT, Fuster V. Restrictive cardiomyopathy. N Engl J Med. 1997;336:267-276.
Behere SP, Weindling SN. Inherited arrhythmias: The cardiac channelopathies.Annals of Pediatric Cardiology. 2015;8: 210-220. ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC4608198/
Hilfiker-Kleiner D, Haghikia A, et al . Peripartum cardiomyopathy: current management and future perspectives. European Heart Journal 2015, doi:10.1093/eurheartj/ehv009
Perez-Silva A, Merino JS, Tachycardia-induced cardiomyopathy E-Journal-of-Cardiology-Practice 2019 ;7
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια, η επικοινωνία και η συζήτηση είναι απολύτως επιθυμητά !
Το περιεχόμενο ανανεώνεται διαρκώς και τα σχόλιά σας με βοηθούν να κάνω βελτιώσεις.